Ο εορτασμός των Χριστουγέννων, αυτής της κορυφαίας εορτής του χριστιανικού κόσμου,  άρχισε μόλις τον τέταρτο αιώνα. Τότε, καθιερώθηκε και η 25η Δεκεμβρίου ως η ημέρα γέννησης του Ιησού. Οι πρώτες χριστιανικές κοινότητες ως σημαντικές εορτές είχαν το Πάσχα, αφού   θάνατος και η ανάσταση  του Ιησού ήταν το βάθρο της  χριστιανικής θρησκείας,  και την Κυριακή,  ως ημέρα αφιερωμένη για την προσευχή. Η γέννηση είχε ταυτιστεί, ως εορτή, με τη βάφτιση και εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου.  Ήταν η εποχή  κατά την οποία επέρχονταν συνεχείς και ραγδαίες αλλαγές στις δομές της ρωμαϊκής πολιτείας και κοινωνίας.  Τότε,  έκαναν την εμφάνισή τους και άλλες, εκτός από τον Χριστιανισμό,  θρησκείες. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνουμε στις λεγόμενες μυστηριακές θρησκείες, ανατολικής κυρίως προέλευσης.  που είχαν μια αισθητή επιρροή στους ανθρώπους. Υπόσχονταν στους πιστούς τους τη σωτηρία τους μέσω της διαδικασίας της μύησής τους σ' ένα μυστήριο. Τα σπουδαιότερα μυστήρια ήταν αυτά της Ίσιδος, της Μεγάλης Μητέρας, του Μίθρα και του Διονύσου.

Η παράλληλη ανάπτυξη των θρησκειών συνέτεινε στη μίμηση μεταξύ τους. Ο εορτασμός της γέννησης του Ιησού στις 25 Δεκεμβρίου ήταν αποτέλεσμα επηρεασμού από τον Μιθραϊσμό. Όπως εξηγεί  ο Δ. Κυρτάτας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, η εμμονή πολλών στη λατρεία του Μίθρα στη δυτική αυτοκρατορία, οδήγησε στην ανακάλυψη των Χριστουγέννων.  Ο Μίθρας ήταν ένας από τους θεούς ενός μεγάλου τμήματος των Ινδο–Ευρωπαίων, από το οποίο προέκυψαν οι Ινδοί και οι Ιρανοί. Σύμφωνα  με την μυθολογία, ο  Μίθρας γεννήθηκε από ένα βράχο. Η γέννησή του εορταζόταν στις 25 Δεκεμβρίου, στην πιο σκοτεινή μέρα του χρόνου,  την ίδια ημέρα που εορταζόταν και η γέννηση του Ήλιου από ηλιολάτρες μη μιθραϊστές.  Σε μερικές παραστάσεις της γέννησης του Μίθρα απεικονίζονται και βοσκοί.  (Μιχαήλ Σακελλαρίου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Εταιρεία Αθηνών, Τόμος ΣΤ΄, σελ. 500).  Η ημέρα των Χριστουγέννων, χρειάστηκε μερικές δεκαετίες για να βρει τη θέση της και στην Ανατολή. Απόδειξη, όπως λέει ο Μάριος Μπέγζος,  καθηγητής στο  Πανεπιστήμιο Αθηνών, ότι οι «σλαβικές εκκλησίες, αλλά και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων εορτάζουν τα Χριστούγεννα μαζί με τη βάφτιση, ενώ οι Αρμένιοι παραμένουν πιστοί στην 6η Ιανουαρίου». (Τάκης Καμπύλης, Τα πιο περίεργα Χριστούγεννα, στην «Καθημερινή» των Αθηνών, ημερ. 11.1.2009).

Και  η Διονυσιακή λατρεία παρουσιάζει ορισμένες ομοιότητες με τον Χριστιανισμό. H θεϊκή π.χ. καταγωγή του Διονύσου, όπως και του Χριστού.  Όπως αναφέρει ο  Μιχαήλ A. Τιβέριος, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,  «οι χριστιανοί δεν δίστασαν να υιοθετήσουν διονυσιακά σύμβολα με πρώτο το κλήμα. ‘‘Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή’’ διακήρυξε ο ιδρυτής της νέας θρησκείας, για τον οποίο ο πολυμαθής θιασώτης του χριστιανισμού Κλήμης ο Αλεξανδρεύς είπε χαρακτηριστικά ότι είναι ‘‘ο μέγας βότρυς, ο Λόγος, ο υπέρ ημών θλιβείς.’’ Έτσι οι απεικονίσεις του κλήματος είναι πολύ συχνές σε τοιχογραφίες κατακομβών, σε ψηφιδωτές παραστάσεις εκκλησιών κ.α. Πρέπει ωστόσο να επισημάνουμε ότι ο χριστιανισμός, αν και οικειοποιήθηκε τα σύμβολα του Διονύσου, τον οποίο και ονομάτισε ως τον μεγαλύτερο εχθρό του, δεν μπόρεσε να απαλλαγεί εύκολα από αυτόν και ας είχε την πλήρη στήριξη της κρατικής εξουσίας. Ακόμη και στα τέλη του 7ου αι. μ.X., η Στ´ Οικουμενική Σύνοδος ασχολείται μαζί του και απαγορεύει ρητά στους χριστιανούς να τον επικαλούνται, να χρησιμοποιούν διονυσιακά προσωπεία και να παριστούν διονυσιακά δρώμενα. (Μιχαήλ Α. Τιβέριος, Χριστιανισμός και διονυσιακή λατρεία, στο «Βήμα» των Αθηνών, ημερ. 24.12.2005).

Επίσης, υπάρχει μίμηση  και στις τελετουργίες. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Σακελλαρίου, η Χριστιανική διδασκαλία, όπως αυτή διαδόθηκε μετά το θάνατο του Ιησού, δανείστηκε από την Αλεξανδρινή και τη Μιθραϊκή θρησκεία αρκετούς εξωτερικούς τύπους λατρείας, όπως τα αφιερώματα, τους βωμούς, τα κεριά, τους ψαλμούς και τις εικόνες. Την ίδια περίοδο αναζωογονήθηκε και η αρχαία ελληνική ιδέα για τον κολασμό των αμαρτωλών ψυχών. Σε πολλά κείμενα βρίσκουμε περιγραφές δικών της ψυχής, των βασανισμών των αμαρτωλών ψυχών και της κόλασης. (Μιχαήλ Σακελλαρίου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Εταιρεία Αθηνών, Τόμος ΣΤ΄, σελ. 505).

Τέλος, αλληλοεπίδραση διαπιστώνεται και στην τέχνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι εξαιρετικές ψηφιδωτές συνθέσεις που βρέθηκαν στην  «Έπαυλη του Αιώνα» στην Κάτω Πάφο. Εκεί παρουσιάζεται η γέννηση του Διόνυσου, τον οποίο ως νήπιο κρατά στα χέρια ο θεός Ερμής, που εθεωρείτο ο αγγελιαφόρος των θεών. Το κεφάλι του Διόνυσου περιβάλλεται με φωτοστέφανο, κατ’ αναλογία προς τη γέννηση του Χριστού. Στην οικία του Ευστολίου, στα ΒΑ του θεάτρου του Κουρίου, η οποία χρονολογείται στις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, στο ψηφιδωτό δάπεδο υπάρχουν διάφορες επιγραφές.  Η μια από αυτές αναφέρει πως η οικία είναι θεμελιωμένη στα σύμβολα του Χριστού. Σε μια άλλη αναφέρεται και ο Απόλλωνας, ο παλαιότερος προστάτης του Κουρίου.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Και εφέτος, όπως και κάθε χρόνο, θα εορταστούν τα Χριστούγεννα με  ρεβεγιόν,  γαλοπούλες,  σούβλες,  δώρα και χαρτοπαίγνιο. Αρκετοί θα σπεύσουν και στους ναούς για να ανάψουν  ένα κερί, να προσκυνήσουν  λίγες εικόνες.  Μερικοί, οι εκλεκτοί, θα θυμηθούν να κάνουν μερικές επιδεικτικές, μπροστά σε κάμερες,  αγαθοεργίες. Θα προδοθεί για μια ακόμη φορά ο Ιησούς  του οποίου η γέννηση υποτίθεται ότι εορτάζεται. Η αγάπη προς τον πλησίον, αυτό το μεγαλειώδες κήρυγμα του Ιησού,  έχει, όταν το υποκατέστησε το δόγμα και η Εκκλησία έγινε εξουσία,  μπει στο περιθώριο. Την αγάπη αντικατέστησε ο φιλοτομαρισμός και η μισαλλοδοξία.   Για την λύτρωση και σωτηρία του ανθρώπου, ο Ιησούς δεν προτείνει δογματικές ή ιεροτελεστικές λύσεις. Ο Ιησούς απαιτεί πράξεις. Απαιτεί μια πραγματική ψυχική υπέρβαση από το «εγώ» για τον πλησίον. «Πλησίον» είναι ο κάθε συνάνθρωπος, με προεξάρχοντες αυτούς που είναι δυσκολότερο να αγαπήσουμε, τους ξένους, τους διαφορετικούς, τους αντίθετους.

Καλά Χριστούγεννα!  

(Αδημοσίευτο, 25/12/2016)