ΜΕΡΟΣ Ι: Το κατάντημα των πολιτών

Υπάρχει, αναμφίβολα, μια κρίση θεσμών και αξιών σ’ αυτό τον τόπο που έχει επιδεινωθεί κατά τρόπο επικίνδυνο μετά την τραγωδία του 1974.

Υπάρχει όμως  παράλληλα και κρίση πολίτη. Η κρίση αυτή είναι έκδηλη στην καθημερινή ζωή μας, όπου η καταναλωτική μανία, η προκλητική και επιδεικτική ευμάρεια και ο ωφελιμισμός είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της  γνωρίσματα.

Η ευμάρεια έγινε αυτοσκοπός και όχι μέσο για εθνική επιβίωση και πολιτικοκοινωνική ανάπτυξη.

Τη συμπεριφορά μας, επίσης, τη διακρίνει ένας άκρατος ατομικισμός. Δεν μας ενδιαφέρει ο διπλανός μας. Δεν μας ενδιαφέρουν τα τεκταινόμενα γύρω μας,  ως να είμαστε προσωρινοί επισκέπτες στον τόπο αυτό. Το ενδιαφέρον μας εκδηλώνεται για τις σούβλες, το ποδόσφαιρο και τα βίντεο.

Καταντήσαμε μια κοινωνία ακοινώνητων ατόμων. Μια κοινωνία από πολίτες χωρίς δημόσιο πνεύμα και με ελαττωμένη πολιτική ευαισθησία, που δέχονται αδιαμαρτύρητα όλα όσα γίνονται και πιστεύουν ανεξέταστα όλα όσα λέγονται. Με άλλα λόγια, μια κοινωνία από άτομα που δεν έχουν την υπόσταση πολιτών.

Τον Ιούλιο του 1974 συντελέστηκαν συγκλονιστικά γεγονότα που έχουν βάλει ανεξίτηλα τη σφραγίδα τους στην κυπριακή ιστορία. Θα ανέμενε κανείς να ξεσηκωνόταν ο λαός και να ζητούσε ευθύνες. Για να τιμωρηθούν οι πραγματικοί ένοχοι του εθνικού εγκλήματος. Για να υπάρξει πραγματική κάθαρση. Όχι αυτή που έγινα με την πειθαρχική δίωξη των κομπάρσων.

Όμως, ο λαός σιώπησε και αφέθηκε η προϊστορία να  οργιάσει. Για να κλείσει η αυλαία του δράματος με την κωμική σκηνή του λεγόμενου «Φακέλου» που γράφεται αυτές τις μέρες, για ελλαδική πολιτική κατανάλωση, στη Βουλή των Ελλήνων.

Ανύπαρκτη η αγωνιστικότητα του λαού για να ανατραπούν τα τετελεσμένα ή, τουλάχιστον, για να μην ολοκληρωθεί. Εκτός αν θεωρούμε αγώνα την προσέλευση μια φορά τον χρόνο στην Πλατεία Ελευθερίας ή το πέταγμα χαρταετών.

Στον οικονομικό τομέα, υπάρχει το θέμα των σκανδάλων που, λόγω, φιλοτομαρισμού, αναμενόταν να προκαλέσει περισσότερη ευαισθησία. Όμως και εδώ απάθεια και αδράνεια. Ας δούμε το τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο στον Συνεργατισμό. Η έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής, που δόθηκε στη δημοσιότητα ένα χρόνο μετά τη σύνταξή της, χαρακτηρίστηκε σαν «ένα από τα σοβαρότερα και διδακτικότερα έγγραφα της ιστορίας των τελευταίων χρόνων» (Ο Φιλελεύθερος της 23.10.1982), σαν «καταπέλτης που πρέπει να προκαλέσει αλυσιδωτές  παραιτήσει αλλά και λήψη ποινικών μέτρων εναντίον πολλών» Η Σημερινή της 23.10.1982) και σαν «ένα σημαντικό έγγραφο που σχετίζεται με το πιο μεγάλο σκάνδαλο που διεπράχθη ποτέ στην Κύπρο» ( Ο Αγών της 23.10.1982). Διερωτήθηκε, έκτοτε, κανείς  γιατί δεν πάρθηκαν τα μέτρα που εισηγήθηκε η Ερευνητική Επιτροπή; Διερωτήθηκε, έκτοτε, κανείς πόσες δεκάδες εκατομμυρίων λιρών στοίχισε στον Κύπριο φορολογούμενο η ολιγωρία των ιθυνόντων να πάρουν έγκαιρα τα διορθωτικά μέτρα που εισηγήθηκε η Ερευνητική Επιτροπή για την οικονομική εξυγίανση της Συνεργατική Κεντρικής  Τράπεζας και των άλλων συνεργατικών εταιρειών;

Είναι, επίσης, και η περίπτωση των Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών που, παρά τις διαπιστώσεις της Ερευνητικής Επιτροπής για τις ευθύνες των συμβούλων της Εταιρείας, οι τελευταίοι παρέμειναν αμετακίνητοι στις θέσεις τους. Για να ξεχαστεί τελικά και αυτή η υπόθεση.

Αναφέρω, τέλος, τις περιπτώσεις της ΞΕΚΤΕ και των αδειών «Ζ». Ήταν και αυτές μπόρες που πέρασαν.

Έρχομαι τώρα στη μέθη που μας προκάλεσε το τουριστικό προϊόν. Με την αχαλίνωτη ανάπτυξη που πραγματοποιείτο όλα αυτά τα χρόνια, χωρίς να υπάρχει ουσιαστικά κανένας κυβερνητικός έλεγχος, αφού δεν εφαρμόστηκε για δεκαέξι ολόκληρα χρόνια (!) ο περί Πολεοδομίας Νόμος του 1972, συντελέστηκε μια πρωτοφανής καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Πόσοι συνειδητοποιήσαμε τις πραγματικές διαστάσεις αυτού του διαρκούς εγκλήματος;

Όλα όσα αναφέρω πιο πάνω, είναι αρκετά, νομίζω, για να σκιαγραφήσουν το τραγικό πορτρέτο του σημερινού Κύπριου. Ένα  πορτρέτο στο οποίο είναι έκδηλα τα σημάδια του ηθικού και πολιτικού «μιθριδατισμού» - όπως τον ονομάζει ο Μάριος Πλωρίτης -  δηλ. ενός εθισμού στην επίδραση δηλητηρίων που θέτουν σε κίνδυνο όχι μόνο τον κοινωνικο – πολιτικό οργανισμό του, αλλά και το ίδιο το πολίτευμα. Γιατί, στο δημοκρατικό πολίτευμα οι πολίτες δεν είναι ακαταλόγιστη αγέλη,  που άγεται και φέρεται, ούτε άλαλα και άπραγα ανδρείκελα. Έχουν σημαντικές ευθύνες να εκπληρώσουν. Αν μεταθέσουν στους κρατούντες όλες τις ευθύνες τους, παραιτούνται από την ιδιότητά τους ως δημοκρατικοί πολίτες. Με αυτόν τον τρόπο, μετατρέπονται εθελούσια σε έρμαιο της κρατικής αυταρχίας και αυθαιρεσίας.

Μιλούσαν κάποτε μπροστά στον Αβραάμ Λίνκολν για τους πολίτες που καταφεύγουν στην αποχή, αρνούμενοι να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης του στα δημόσια πράγματα. Η απάντηση του Λίνκολν ήταν η ακόλουθη: Δικό τους πρόβλημα. Αν προτιμούν να γυρίσουν τις πλάτες τους στη φωτιά και να ψηθούν, δεν πρέπει να διαμαρτύρονται όταν θα υποχρεωθούν να καθίσουν στα πληγωμένα πισινά τους».

ΜΕΡΟΣ ΙΙ. Οι ευθύνες της πολιτείας

Χαρακτήρισα στο Μέρος Ι του άρθρου μου το πορτρέτο του σημερινού Κύπριου τραγικό, γιατί πράγματι πρόκειται περί τραγωδίας. Ο λαός αυτός δεν ήταν πάντα έτσι. Δεν ήταν πάντα μαλθακός, όπως λανθασμένα αναφέρει ο Άγγελος Βλάχος στο βιβλίο του: «Μια φορά και ένα καιρό ένας διπλωμάτης». Ο λαός αυτός υπήρξε κάποτε αξιοθαύμαστος. Έδωσε απαράμιλλα δείγματα ιδεαλισμού και αυτοθυσίας.

Και προβάλλει το ερώτημα: Ποιος φταίει για το σημερινό κατάντημα;

Μερικοί θα σπεύσουν να αποδώσουν την ευθύνη στον ίδιο τον λαό που αποποιήθηκε τα  δικαιώματά του, αμέλησε τα καθήκοντά του και προτίμησε να βολεύεται ως υπήκοος. Που επέλεγε εκάστοτε την ηγεσία που του άξιζε. Αλλά, πράγματι, είναι ο λαός που φταίει; Πως φταίει ο λαός όταν οι επιλογές και οι κρίσεις του γίνονται με τα λειψά και παραμορφωμένα στοιχεία που του παρέχονται κάτω από τον καταιγισμό μιας οπτικής και ακουστικής παραπληροφόρησης; Πως φταίει ο λαός όταν για δεκαετίες τού προσφέρεται μια παιδία που δεν εκπαιδεύει αλλά παιδεύει, που δεν μορφώνει αλλά παραμορφώνει;

Η αλήθεια είναι – όσο και αν αυτή προκαλέσει την οργή μερικών – ότι το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης, για το σημερινό κατάντημα του λαού, το φέρει η πολιτεία και η εκάστοτε ηγεσία της. «Πολιτεία ανατροφή ανθρώπων εστί, καλή μεν αγαθών, μη καλή κακών». (Η Πολιτεία είναι ανατροφή (σχολείο), ανθρώπων και είναι και είναι άξια όταν τους κάνει καλούς και ανάξια όταν τους κάνει κακούς), είπε κάποτε ο Πλάτων. Βασικό χρέος των αρχόντων είναι να δίνουν, με το ήθος και τη συμπεριφορά τους, το καλό παράδειγμα στους αρχομένους, γιατί «το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσιν». (Το ήθος όλων των πολιτών γίνεται όμοιο με το ήθος των αρχόντων). (Ισοκράτους Λόγοι, Προς Νικοκλέα). Και τούτο, επειδή «οι άνθρωποι θέλουν να έχουν ένα ηθικό πρότυπο, και το θέλουν ιδιαίτερα από τους ανωτέρους τους». (Γκορμπατσόφ, Περεστρόικα, σελ. 180).

Χρέος, επίσης, της ηγεσίας είναι η διαπαιδαγώγηση του λαού και η σωστή πληροφόρησή του. Το δικαίωμα της πληροφόρησης είναι συνταγματικό δικαίωμα των πολιτών. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος δίδασκε ότι «κυριωτέρα αποστολή των πολιτικών ανδρών είναι να καθοδηγούν και να διαφωτίζουν επί πάσης αμφιβολίας περί των δημοσίων πραγμάτων την κοινήν γνώμην». Διακήρυττε, επίσης, ότι «η οδός δια της οποίας ημπορεί να αποκτήσει κανείς την λαϊκή εμπιστοσύνη δεν είναι η οδός της κολακείας των παθών ή των πλανών του λαού, αλλ’ η οδός της διηνεκούς αυτού διαπαιδαγωγήσεως δια της αληθείας, την οποίαν πρέπει πάντοτε να του λέγει ο πολιτικός, όσον πικρά και αν είναι». Γιατί, η αληθής γνώση των πραγμάτων επιτρέπει ορθούς προσανατολισμούς ,έγκαιρους χειρισμούς και ελευθερία επιλογών.

Δυστυχώς, τη συμπεριφορά της ηγεσίας, από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, τη διέκρινε η συνθηματολογία των εντυπώσεων, η κομματική σκοπιμότητα και η ψηφοθηρία. Μοίραζε ελπίδες και έδιδε υποσχέσεις απραγματοποίητες, χωρίς να λέγει στον λαό όλη την αλήθεια. Πότε, για παράδειγμα, τόλμησε η ηγεσία να πει στο λαό την αλήθεια ότι δεν είναι δυνατή η επιστροφή όλων των προσφύγων στα σπίτια τους και στις περιουσίες τους όσο ευνοϊκή λύση και αν τελικά επιτύχουμε, μια και δεχτήκαμε, ως μορφή της νέας πολιτείας, τη διζωνική ομοσπονδία; Προτιμήθηκε η εύκολη λύση των συνθημάτων και της συσκότισης, που πλήττουν την ίδια τη δημοκρατία.  Ο Ευθύβουλος σε πρόσφατο χρονογράφημά του στην αθηναϊκή εφημερίδα «Το Βήμα» της 4.9.88, κάτω από τον τίτλο «Αληθειοφοβία» γράφει σχετικά: «Η διαφορά ανάμεσα σε ένα ελεύθερο και ένα ανελεύθερο καθεστώς είναι ο βαθμός σεβασμού της αλήθειας. Το δημοκρατικό καθεστώς δοκιμάζεται από το πόση αλήθεια ανέχεται, πόση αλήθεια χρησιμοποιεί».

Επίσης, οι ηγεσίες πλαισιώθηκαν από πολλούς τυχαίους, περιστασιακούς και καιροσκόπους, που δε διέθεταν πολιτική αρετή και έβλεπαν τη θέση τους ως βόλεμα και αρκετές δημόσιες υπηρεσίες στελεχώθηκαν από ανικάνους ή μετρίους. Όλοι αυτοί ακολουθούσαν, ως συνταγή επιτυχίας, το έμβλημα: «Ασήμαντος και έρποντας φτάνεις παντού». (Οι γάμοι του Φιγκαρό, πράξη Γ, σκ. 3).

Έτσι, επήλθε η κρίση των αξιών. Η νομιμοφροσύνη, η ακεραιότητα, η φιλοτιμία, η αξιοπρέπεια και η εργατικότητα έγιναν ξεπερασμένες ιδέες για τους αφελείς. Αντίθετα, η διαφθορά και η οσφυοκαμψία έγιναν κινητήρια δύναμη για την επιτυχία.

Για τον ηθικό αυτόν εκτροχιασμό δεν είναι λίγη και η ευθύνη των λεγομένων «πνευματικών ανθρώπων» του τόπου, που αποδείχθηκαν, με τη στάση και την πολιτεία του, «χαλκοί ηχούντες και κύμβαλα αλαλάζοντα». Επίσης, και η ευθύνη του τύπου  είναι μεγάλη, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι στην Κύπρο ο τύπος είναι το μόνο μέσο μαζικής επικοινωνίας που δεν είναι κρατικά ελεγχόμενα. Αλλά, για το θέμα αυτό θα ασχοληθώ ειδικά σε προσεχές άρθρο μου.

Από τα όσα αναφέρω πιο πάνω, γίνεται πρόδηλο ότι, για να λειτουργήσει σωστά η δημοκρατία στον τόπο μας, θα πρέπει η πολιτεία να προσφέρει στους πολίτες τις δυνατότητες να ασκούν αποτελεσματικά τα δικαιώματά τους και να εκπληρώνουν σωστά τις υποχρεώσεις του. Η πολιτεία πρέπει να προβεί στη δημιουργία κατάλληλων μηχανισμών που να στοχεύουν στη δημοκρατική διαπαιδαγώγηση των πολιτών, στη σωστή και διαρκή πληροφόρησή τους για τα δημόσια πράγματα και στη παροχή δυνατότητας άσκησης από αυτούς ελέγχου των πράξεων της κυβέρνησης και της διοίκησης. Όμως, πρώτα από όλα θα πρέπει να επιφέρει την κάθαρση του δημοσίου βίου. Μπορεί;

(Φιλελεύθερος, Αλήθεια, Τα Νέα, 25.9.1988)