Παρακολουθούμε με ανάμικτα συναισθήματα το «σήριαλ» που εκτυλίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες, με «σεναριογράφους» κρατικούς αξιωματούχους και  με θέμα την ευνοϊκή μεταχείριση που έτυχε μια λειτουργός του Υπουργείου Οικονομικών, η κ. Σάβια  Ορφανίδου,  για την παράλειψή της να εξασφαλίσει άδεια από την αρμόδια αρχή προτού αναλάβει κομματικό αξίωμα και τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την απόσπασή της στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Επιβεβαιώθηκε, για μια ακόμα φορά, η ροπή μας να παρακάμπτουμε την ουσία των πραγμάτων. Ή, για να το γράψω κυπριαστί, να αφήνουμεν τα θέρη τζαι να  ξικανναουρίζουμεν. Να χάνουμε το δάσος για το δέντρο.  Το «δέντρο»,  είναι το βόλεμα της εν λόγω λειτουργού από τον Υπουργό Οικονομικών που έλαβε αφύσικη διάσταση,  λόγω των απανωτών ατοπημάτων του τελευταίου. Το «δάσος»,  είναι η κομματικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας -  με την ευρεία του όρου έννοια, που καθορίστηκε από τον Νόμο 102(Ι) του 2015,  και περιλαμβάνει και νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, δήμους και κοινότητες -   την οποία άλωσε το σαθρό πολιτικό σύστημα,  για να εκτρέφεται  το τέρας που καλείται πελατειακό κράτος.  Από τότε που η δημόσια υπηρεσία αλώθηκε, έγινε αυτή πεδίο άσκησης του κομματισμού.   Αυτό το πελατειακό κράτος εξουδετερώνει κάθε προσπάθεια αναβάθμισης,  εκσυγχρονισμού και εξυγίανσης της δημόσιας υπηρεσίας.  

Η κομματικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας θεσμοθετήθηκε  με τους Νόμους 211 του 1991 και 102(Ι) του 2015. Με το Νόμο 211/91 επιτράπηκε σε δημοσίους υπαλλήλους να είναι απλά μέλη πολιτικών κομμάτων, ανεξάρτητα από τη μισθοδοτική κλίμακα της θέσης που κατέχουν.  Με βάση τον Νόμο 102 (Ι) του 2015, επιτρέπεται σε υπάλληλο να εκλέγεται ή να διορίζεται σε κομματικό αξίωμα πολιτικού κόμματος της επιλογής του (α) ενόσω κατέχει θέση με μισθοδοτική κλίμακα μέχρι και την κλίμακα Α7 του κυβερνητικού μισθολογίου, ή (β) κατόπιν έγκρισης της αρμόδιας αρχής, ενόσω κατέχει θέση με μισθοδοτική κλίμακα ίση με ή ανώτερη από την κλίμακα Α8 του κυβερνητικού μισθολογίου.

Με την κομματικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας,  καταστρατηγήθηκε η θεμελιώδης αρχή της πολιτικής ουδετερότητας των δημοσίων υπαλλήλων η οποία πρέπει να διέπει τη δράση  της δημόσιας διοίκησης. Ο διαθέσιμος χώρος δεν επιτρέπει την, έστω και συνοπτικά, ανάλυση της αρχής της πολιτικής ουδετερότητας των δημοσίων υπαλλήλων. Είχα την ευκαιρία να αναπτύξω, ως Εισηγητής,  το  θέμα, υπό την ιδιότητα του Διευθυντή του Ινστιτούτου Συνταγματικού και Διοικητικού Δικαίου,   σε σχετική Διάλεξη – Συζήτηση, που διοργάνωσε ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης το 1990. Η  Διάλεξή μου δημοσιεύθηκε σε τέσσερις συνεχείς πρωτοσέλιδες Επιφυλλίδες στον  «Φιλελεύθερο» στις 8, 9, 10 και 11 Ιουνίου 1990. Επίσης, δημοσιεύτηκε στο Κυπριακό Νομικό Βήμα, Τεύχος Ι, 1990 και στις εφημερίδες «Ελευθεροτυπία» και «Σημερινή». Θα παραθέσω,  πιο κάτω, μια απλή αναφορά των βασικών παραμέτρων της αρχής.

Από την ανάλυση που έκανα στην προαναφερθείσα Διάλεξη, προκύπτει ότι,  σε όλες σχεδόν τις δημοκρατικές χώρες,  τα πολιτικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων υπόκεινται σε κάποιους περιορισμούς, τους οποίους επιβάλλει και δικαιολογεί η φύση της δημοσιοϋπαλληλικής σχέσης. Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι βρίσκονται σε μια εκούσια ειδική λειτουργική σχέση με το κράτος και, τούτο, δικαιολογεί τον περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους ως πολιτών. Επίσης, η ειδική αυτή λειτουργική σχέση επιβάλλει στον δημόσιο υπάλληλο να είναι εκτελεστής της θέλησης του κράτους και να ασκεί τα καθήκοντά του αμερόληπτα, απροσωπόληπτα  και δίκαια. Πέραν τούτου, η πολιτική ουδετερότητα της δημόσιας υπηρεσίας δεν έχει μόνο το νόημα της ουδετερότητας έναντι των διαφόρων πολιτικών κομμάτων και των πολιτών, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους απόψεις, αλλά και της  ετοιμότητας να υπηρετήσουν  οι δημόσιοι υπάλληλοι την εκάστοτε κυβέρνηση,  τόσο κατά τη διαμόρφωση όσο και κατά την εκτέλεση της πολιτικής της.

Όμως, για να είμαστε ακριβείς, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η κομματικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας συντελέστηκε πολύ πριν τη θεσμοθέτησή της. Για αρκετές δεκαετίες,  ο κομματικός ανελκυστήρας εξασφάλισε σε  αρκετούς ανίκανους και μετρίους το εύκολο και άνετο ανέβασμα. Όλοι αυτοί, που στελέχωσαν τις κρατικές υπηρεσίες σε διευθυντικές θέσεις, με την κομματική ταυτότητα ανά χείρας,  ακολουθούσαν τη συνταγή επιτυχίας του σαλίγκαρου: «Ασήμαντος και έρποντας φτάνεις παντού». (Οι γάμοι του Φιγκαρό, πράξη Γ, σκ. 3). Η κομματοκρατία  δεν περιορίστηκε στις οργανικές θέσεις στη δημόσια υπηρεσία, αλλά κάλυπτε όλους τους τομείς της δημόσιας διοίκησης. Κραυγαλέα παραδείγματα αποτελούν οι διορισμοί των μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας και των Ημικρατικών Οργανισμών.  Από τη λαίλαπα της κομματοκρατίας δεν γλίτωσαν ούτε και Αρχές που η ιδιότητα του μέλους τους απαιτούσε εξειδικευμένες γνώσεις, όπως το Εφοριακό Συμβούλιο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών. Ούτε και αξιώματα,  όπως αυτό του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, στις δυο τελευταίες περιπτώσεις.

(Φιλελεύθερος, 21/5/2017)