Στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές αναμένεται, όπως και σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, να είναι ιδιαίτερα αποφασιστικός ο επηρεασμός που θα ασκήσουν τα ΜΜΕ και ειδικά η τηλεόραση στη διαμόρφωση της βούλησης του εκλογικού σώματος. Όταν ο υποψήφιος πρέπει να αλιεύσει χιλιάδες σταυρούς προτίμησης σε μία θάλασσα δεκάδων χιλιάδων ψηφοφόρων,  εκείνο που πρώτιστα χρειάζεται είναι την  αναγνωρισιμότητα. Ακόμα και αν έχει την αναγνωρισιμότητα από την επαγγελματική του δραστηριότητα ή τη δράση του σε δημόσια αξιώματα, δεν μπορεί να  ελπίζει ότι έχει εξασφαλίσει το εισιτήριο για τη Βουλή, αν δεν έχει, πρώτιστα,  την εύνοια των αρχόντων των ΜΜΕ.

Η δύναμη που διαθέτουν στη σύγχρονη εποχή μας τα ΜΜΕ, κυρίως τα ηλεκτρονικά, είναι αδιαμφισβήτητη.  Οι ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών σταθμών έχουν επιβάλει τους δικούς τους κανόνες παιγνιδιού, τους κανόνες της «τηλεοπτικής δημοκρατίας». Αυτοί οι κανόνες έχουν  ανατρέψει τον ισοδύναμο ανταγωνισμό των υποψηφίων. Έχει δημιουργηθεί ένα είδος «προβεβλημένων» πολιτικών των οποίων η αναγνωρισιμότητα δεν οφείλεται στην κοινοβουλευτική ή,  γενικά,  την  πολιτική ή δημόσια  τους δραστηριότητα και προσφορά, αλλά στη συχνή τηλεοπτική τους παρουσία που τους προσφέρεται από τα ΜΜΕ, όχι μόνο κατά την προεκλογική περίοδο όπου, κατά κανόνα, η εύνοια προέρχεται από τις κομματικές ηγεσίες, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Στις τηλεοπτικές συζητήσεις δεν είναι ανάγκη αυτοί οι αρεστοί των ΜΜΕ να λέγουν  οτιδήποτε το ουσιαστικό. Μερικές «ατάκες» όχι μόνο αρκούν αλλά είναι απόλυτα απαραίτητες. Η ατάκα έχει χρησιμότητα και στις συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών, αν αυτές καλύπτονται τηλεοπτικά. Αυτές θα προβληθούν στα βραδινά δελτία ειδήσεων. Βέβαια, η ατάκα υποδηλώνει την αδυναμία αυτού που την προφέρει να προβάλει επιχειρήματα και να ασκήσει πολιτική. Όμως, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την επικοινωνιακή της εμβέλεια και χρησιμότητα.

H εκλογή ενός βουλευτή συναρτάται και από τα χρήματα που θα διαθέσει για να κάνει γνωστό, με οποιονδήποτε τρόπο, το όνομά του και τη φυσιογνωμία του. Προς τούτο, ο υποψήφιος  προστρέχει σε ειδικούς διαφημιστές για να του ετοιμάσουν επαγγελίες που δεν πρέπει να δυσαρεστήσουν καμιά κοινωνική ομάδα.  Γι’ αυτό και τα «επικοινωνιακά μηνύματα» πολιτικών και κομμάτων στην κρίσιμη προεκλογική περίοδο  είναι δημιουργήματα των επαγγελματιών επικοινωνιολόγων,  που αναλαμβάνουν να «πουλήσουν»  στον κόσμο, για λογαριασμό των πολιτικών και των κομμάτων,  προγράμματα και  «εικόνα», όπως ακριβώς κάνουν και για άλλες επιχειρήσεις   που θέλουν να κατακτήσουν  μερίδιο της αγοράς,  επιβάλλοντας το προϊόν τους,  από οδοντόκρεμες μέχρι τρόφιμα και οικιακές συσκευές ... Έτσι, φθάσαμε στην «εμπορευματοποίηση» της πολιτικής, την υποταγή δηλαδή της λειτουργίας του αντιπροσωπευτικού συστήματος στους νόμους της αγοράς, στους νόμους της διαφήμισης. 

Η χρήση  του χρήματος δεν εξαντλείται στις αφίσες και στα επικοινωνιακά μηνύματα αλλά επεκτείνεται και  σε πολυέξοδα τραπεζώματα, σε δεξιώσεις σε σπίτια ή σε πολυτελή ξενοδοχεία, κέντρα και εστιατόρια. Βέβαια, όλα αυτά τα έξοδα δεν τα επιφορτίζεται, για τα μάτια του νόμου, ο υποψήφιος,  αλλά κάποια  «ομάδα υποστηρικτών» του. 

Η σύγχρονη τεχνολογία προσφέρει στους υποψηφίους τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν στην επικοινωνία τους με τους εκλογείς τα twitter, τα facebook και τα υπόλοιπα επικοινωνιακά εργαλεία της εποχής και να προσαρμόζουν τον λόγο τους στις απαιτήσεις της.  Με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει εξελιχθεί και εκσυγχρονιστεί  ο λαϊκισμός ο οποίος, αρκετές φορές, μεταμορφώνεται σε  πολιτικό χουλιγκανισμό.  Με τον τελευταίο, επιτυγχάνεται η πρόκληση θορύβου γύρω από το όνομα του πρωταγωνιστή με στόχο το φενακισμό μερίδας των εκλογέων.  Έτσι, υπήρξαμε μάρτυρες εκείνων των ομοφοβικών εξάρσεων,   της απερίγραπτης διαφήμισης των αμπελοπουλιών και των όσων γελοίων και ασυνάρτητων αναρτήθηκαν για  πορτοκαλί και πράσινους φλώρους. Τα ΜΜΕ,  που έσπευσαν να κακίσουν αυτές τις συμπεριφορές, έπαιξαν, απλά, το άθλιο παιγνίδι αυτών των δραστών. 

Όλη αυτή η πιο πάνω περιγραφείσα «πολιτική κουλτούρα»  συνιστά φοβερή απειλή για την ίδια τη δημοκρατία και, ειδικά,  εκφυλισμό της λαϊκής κυριαρχίας.    Παραχαράσσεται η βούληση του εκλογικού σώματος και νοθεύεται το αντιπροσωπευτικό σύστημα το οποίο είναι το θεμέλιο της δημοκρατίας και σκόπευσε σε κοινωνίες ισότιμων πολιτών. Ειδικότερα,  επιτυγχάνεται  η έντεχνη αχρήστευση της κριτικής ικανότητας των πολιτών, η χειραγώγηση των επιλογών τους και η υποκλοπή της ψήφου τους με παραπλανήσεις και  απύθμενης ψευδολογίας υποσχέσεις. 

(Φιλελεύθερος, 8.5.2016)