Στη συνέντευξή  του στον «Φιλελεύθερο» στις 21/5/2017 ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών   Μεβλούτ Τσαβούσογλου  δεν μπόρεσε να αποκρύψει τις πραγματικές επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας σε σχέση με τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ)  στην Υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη  (ΑΟΖ) της.  Διατύπωσε, μη αφήνοντας περιθώρια παρερμηνειών,  τις πάγιες θέσεις και επιδιώξεις της χώρας του, όπως αυτές αναγράφονται, κατά τρόπο σαφή και ωμό,  από τον   Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το Στρατηγικό Βάθος, Η διεθνής θέση της Τουρκία»: «Μια Τουρκία που έχει αποκλειστεί από το Αιγαίο κι έχει περικυκλωθεί στα νότια από τη Ρωμαίικη Διοίκηση της νότιας Κύπρου σημαίνει ότι τα περιθώριά της να κάνει ένα άνοιγμα στον κόσμο έχουν περιοριστεί σημαντικά» (σελ. 267). Περαιτέρω, ο Τούρκος Υπουργός έθεσε ως όρο, για σύγκληση διεθνούς διάσκεψης, την επαρκή πρόοδο στα τέσσερα πρώτα κεφάλαια στα οποία περιλαμβάνει και «την κοινή χρήση ενέργειας». Τοποθετεί, ως δικοινοτικό, το θέμα της εκμετάλλευσης του ενεργειακού πλούτου της Κύπρου.   Αλλά, η   Άγκυρα δεν αρκείται στο μοίρασμα των ενεργειακών πόρων με τους Τουρκοκυπρίους.  Θεωρεί ότι η Κύπρος και τα νησιά του Αιγαίου  είναι μέρος του «ζωτικού χώρου» που έχει ανάγκη,  για να διαδραματίσει το ρόλο της υπερδύναμης της περιοχής, ρόλο που έπαιζε κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία.. Για να αποκτήσει αυτόν τον «ζωτικό χώρο», η Τουρκία ακολουθεί την προσφιλή  σ’ αυτήν τακτική της «διπλωματίας των κανονιοφόρων». Προς το παρόν, διεκδικεί μέρος της Υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ της ΚΔ. Στον κατάλληλο χρόνο, θα αμφισβητήσει του δικαίωμα της Κύπρου, ως νήσου, να έχει δική της Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, όπως πράττει τούτο αναφορικά με τα νησιά του Αιγαίου. Με τις προκλητικές της ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ αποσκοπεί να  διακηρύξει ότι δεν μπορεί να υπάρξει διαμοιρασμός των θαλασσίων ζωνών στην πολύπλοκη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, που διατηρεί εκατοντάδες χιλιόμετρα ακτών,  χωρίς τη συμμετοχή της.  

Με βάση τις πρόνοιες της Σύμβασης του  ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (Montego Bay, 1982), η Υφαλοκρηπίδα υπάρχει αφ’ εαυτής και δεν χρειάζεται να ανακηρυχθεί. Χρειάζεται όμως να οριοθετηθεί μεταξύ όμορων κρατών και, σε περίπτωση διαφωνίας, να παραπεμφθεί με κοινό συμφωνητικό προς επίλυση στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο. Η ΑΟΖ, από την άλλη πλευρά, πρέπει να ανακηρυχθεί και,  ακολούθως,  να οριοθετηθεί από τα ενδιαφερόμενα κράτη. Ένα παράκτιο κράτος αποκτά ΑΟΖ  με μονομερή δήλωση ανακήρυξης. Και, στη συνέχεια, συνάπτει συμφωνίες οριοθέτησης με τα γειτονικά κράτη. Εάν δεν καταστεί δυνατή η συμφωνία οριοθέτησης, τότε η διαφορά τους λύνεται με παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο. Σο άρθρο 121, παράγραφος 2 της Σύμβασης αναφέρεται ότι όλα τα κατοικημένα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα ενός νησιού καθορίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζονται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Η Σύμβαση, παρά το ότι δεν έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από την Τουρκία, τη δεσμεύει γιατί διατυπώνει ως προς το θέμα αυτό προϋπάρχον γενικό εθιμικό δίκαιο το οποίο απλώς κωδικοποιεί. Η Τουρκία, αν και δεν υπέγραψε ούτε επικύρωσε τη Σύμβαση του 1982, υιοθέτησε περί το τέλος του 1986 ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα και ήρθε σε συμφωνία με την τότε Σοβιετική Ένωση και, στη συνέχεια, με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία,  χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της μέσης γραμμής.

Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την ΚΔ και, ως εκ τούτου, δεν αναμένεται η διευθέτηση του θέματος με τη διαδικασία που προβλέπεται από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας  η οποία, όπως προαναφέρθηκε,  διατυπώνει ως προς το θέμα αυτό προϋπάρχον γενικό εθιμικό δίκαιο.  Την ίδια στάση τηρεί και έναντι της Ελλάδας. Το γεγονός ότι η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση του 1982 δεν αποτελεί μπόδιο όσον αφορά προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ή σε διαιτησία με αμοιβαία συμφωνία,  αλλά όχι στο Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου για το Δίκαιο της Θάλασσας, όπου μόνο τα μέλη της Σύμβασης του 1982 μπορούν να προσφύγουν.

Η τουρκική επεκτατική βουλιμία δεν αντιμετωπίζεται μόνο με λεκτικές τοποθετήσεις, όσο υψηλών τόνων και αν είναι. Καιρός είναι να επιδοθούμε, μαζί με την Ελλάδα,  σε μια επιθετική διπλωματία, αλλάζοντας, πρώτα, γραμμή πλεύσης. Αυτή η επιθετική διπλωματία διεξάγεται με την προώθηση κοινών συμφερόντων με γειτονικές μας χώρες με τις οποίες η ΚΔ ήρθε σε συμφωνίες για οριοθέτηση της ΑΟΖ της,  αλλά, πρώτιστα, με  ισχυρά κράτη  που μπορούν να διαμορφώσουν τον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, αξιοποιώντας   τη γεωστρατηγική θέση της χώρας μας.  Να πείσουμε τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ),  της οποίας η Ελλάδα και η Κύπρος είναι μέλη,  ότι η ΕΕ, με τον ένα ή άλλο τρόπο είναι μέρος του προβλήματος διότι στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου διακυβεύονται ευρωπαϊκά συμφέροντα. Και πολιτικά και οικονομικά. Να πείσουμε, με γνήσια δείγματα γραφής, τις ΗΠΑ,  οι οποίες έχουν αναβαθμίσει το ενδιαφέρον τους για την περιοχή, ότι η διαφύλαξη της ΚΔ εξυπηρετεί και τα δικά τους συμφέροντα για    τη  σταθεροποίηση της περιοχής. Το θέμα της ενέργειας μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια δίκαιη λύση του Κυπριακού, που θα διασφαλίζει την εθνική και φυσική επιβίωση του κυπριακού ελληνισμού. Αρκεί να ενεργήσουμε με μεθοδικότητα και σωφροσύνη, ώστε ο φυσικός πλούτος της χώρας μας να μην μετατραπεί από ευλογία σε κατάρα.

(Φιλελεύθερος, 28/5/2017)