Αναντίλεκτα,  η γέννηση της Κυπριακής Δημοκρατίας τα μεσάνυκτα της 15ης προς την 16η Αυγούστου του 1960 αποτελεί τον πιο σημαντικό σταθμό της Κυπριακής Ιστορίας.  Με τις  Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, παρά τις σοβαρές τους αδυναμίες, η Κύπρος αποκτούσε για πρώτη φορά στην Ιστορία της ανεξαρτησία, έστω και περιορισμένη. Γινόταν δεκτή, ως μέλος του ΟΗΕ, στην οικογένεια των ανεξάρτητων κρατών.  Επίσης, οι Συμφωνίες διατηρούσαν την  ενότητα της Κύπρου, απόλυτα από άποψη γεωγραφικού χώρου, ανκαι περιορισμένα από άποψη διοίκησης. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου ματαίωσαν το Σχέδιο Μακμίλλαν που πρόβλεπε τη διχοτόμηση της Κύπρου και του οποίου είχε αρχίσει η εφαρμογή του.

Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου καθιέρωσαν ένα πολύπλοκο πολιτειακό σύστημα το οποίο βασιζόταν στο «δυαλισμό» της εξουσίας. Η συνταγματική διάρθρωση στηριζόταν  στην ύπαρξη όχι ενός λαού αλλά δυο κοινοτήτων, της Ελληνοκυπριακής και της Τουρκοκυπριακής κοινότητας και το δικοινοτικό αυτό πνεύμα διείπε  ολόκληρη τη δομή του κράτους.  Ο «δυαλισμός» της εξουσίας είναι οφθαλμοφανής στις διάφορες διατάξεις του Συντάγματος. Το ερώτημα που προβάλλει και το οποίο απασχόλησε πολλούς μελετητές του Κυπριακού είναι: Υπήρξε το κυπριακό Σύνταγμα λειτουργικό; Είναι γεγονός ότι το κυπριακό Σύνταγμα περιείχε όχι λίγα στοιχεία εκ των προτέρων ικανά να ωθήσουν το νέο κράτος σε συνταγματική κρίση.   Ο έγκριτος Έλληνας διπλωμάτης Βύρων Θεοδωρόπουλος εύστοχα παρατήρησε τα ακόλουθα: «Προϋπόθεση για να λειτουργήσει ένα τέτοιο σύστημα ήταν, ότι θα υπήρχε συνεργασία ανάμεσα στις δυο εθνικές ομάδες, καλή πίστη στην εφαρμογή των συνταγματικών διατάξεων και προ πάντων κοινή αντίληψη για την πολιτική φιλοσοφία, που εξέφραζε το Σύνταγμα. Όπως φάνηκε, έλειπαν και τα τρία αυτά στοιχεία». (Βύρων Θεοδωρόπουλος, Οι Τούρκοι και εμείς, σελ. 255). 

Υπήρχε μεταξύ των δυο κοινοτήτων της Κύπρου αμοιβαία καχυποψία και δυσπιστία. Οι ηγεσίες τόσο των Ελληνοκυπρίων όσο και των Τουρκοκυπρίων δεν πίστευαν στο νεοσύστατο κράτος. Η τουρκική πλευρά, και συγκεκριμένα ο Ντενκτάς, θεωρούσε σαν δεδομένο το ανεφάρμοστο των Συμφωνιών και αναγκαία την προετοιμασία για επικράτηση της τουρκικής θέσης. Πριν ακόμη εγκαθιδρυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και, συγκεκριμένα, στις18/10/1959, συνελήφθηκε το τουρκικό πλοιάριο «Ντενίζ», σε περιοχή έξω από τη χερσόνησο της Καρπασίας, που μετέφερε από την Τουρκία όπλα για τους Τουρκοκύπριους.  Αναφορικά με τη συμπεριφορά της ελληνοκυπριακής ηγεσίας, θα αντιπαρέλθω τις διάφορες ομιλίες του Μακαρίου για ένωση - ως αντίδραση στα όσα του καταμαρτυρούσαν οι αντίπαλοί του - και θα αρκεστώ να αναφερθώ σε μια επιστολή του Μακαρίου προς τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας Γεώργιο Παπανδρέου, ημερομηνίας 1/3/1964. Στην επιστολή του ο Μακάριος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι υπέγραψε «εκ μέρους των Ελλήνων της Κύπρου» τις συμφωνίες αυτές, επειδή  «ουκ ην άλλως γενέσθαι. Ουδ' επί στιγμήν όμως επίστευσα, ότι αι συμφωνίαι θα απετέλουν μόνιμον καθεστώς...». (Άγγελος Βλάχος, Δέκα Χρόνια Κυπριακού, σελίδες 288 – 289). 

Με την υποβολή των «13 σημείων» του, ο Μακάριος ενήργησε με αυτοσχεδιασμό,  χωρίς οποιαδήποτε συνεννόηση με την Ελλάδα   και αντίθετα με τις συμβουλές της. Σχετική είναι η επιστολή που του απέστειλε στις 19/4/1963 ο τότε  υπουργός Εξωτερικών  Αβέρωφ-Τοσίτσας στην οποία του τόνιζε: «Ειδικώτερον ως προς ό,τι άφορα τα κυπριακά θέματα, είμεθα αποφασισμένοι να εξακολουθήσωμεν να σας βοηθώμεν καθ' ον τρόπον επράξαμεν μέχρι τούδε, αλλά να διαχωρίσωμεν και δημοσία την γραμμήν μας αν επιδιωχθή μονομερής κατάργησις των συμφωνιών ή μέρους αυτών».  (Το πλήρες κείμενο της επιστολής παρατίθεται στο βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ – Τοσίτσα, Ιστορία Χαμένων Ευκαιριών, (Κυπριακό, 1950 – 1963), Τόμος Β΄, σελίδες 324 – 329). Δυστυχώς, με την υποβολή των «13 σημείων»,   ο Μακάριος διευκόλυνε την Τουρκία στο να προωθήσει τα διχοτομικά της σχέδια. Σχετικό απόρρητο έγγραφο του βρετανικού υπουργείου των εξωτερικών ημερομηνίας 1ης Οκτωβρίου 1963 αναφέρει: «Έχουμε λογούς να υποθέσουμε ότι η τουρκική κυβέρνηση όχι μόνο φαίνεται να ανέχεται την κίνηση του Μακάριου για μονομερή δράση για τροποποιήσεις του Συντάγματος, αλλά, ίσως, και να την καλωσορίζουν, καθώς μάλλον μια τέτοια ενέργεια θα τους δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, οι οποίες θα τους δώσουν την ευκαιρία να εφαρμόσουν τα σχέδια τους για τη διχοτόμηση της Κύπρου διά της βίας». (Μιλτιάδης Χριστοδούλου, Κύπρος, η Διχοτόμηση, μια πορεία χωρίς επιστροφή, σελ 66).
Επίσης, θα πρέπει εδώ να αναφερθεί και το περιβόητο «σχέδιο Ακρίτας» από ελληνοκυπριακής πλευράς και το σχέδιο για διχοτόμηση από τουρκοκυπριακής πλευράς που αποκαλύφθηκε από δυο έγγραφα που βρέθηκαν στα γραφεία Τουρκοκυπρίων αξιωματούχων όταν  αυτοί αποχώρησαν από την κυβέρνηση.

Ακολούθησαν οι διακοινοτικές ταραχές του Δεκεμβρίου του 1963 και η  «πράσινη γραμμή» που ήταν το πρώτο βήμα για την υλοποίηση του σχεδίου της τουρκικής πλευράς. Στόχος, από το 1963,  της Τουρκίας ήταν η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όμως, με το Ψήφισμα 186 που εγκρίθηκε ομόφωνα στις 4/3/1964, η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία δεν συμμετείχαν οι Τουρκοκύπριοι, πέτυχε να αποκτήσει διεθνή νομιμότητα. Έκτοτε η Τουρκία προσπαθούσε να εξουδετερώσει αυτό το Ψήφισμα. Η Τουρκία με την εισβολή του 1974 είχε ως βασικό στόχο την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε τούτο, η Τουρκία απέτυχε. Η Κυπριακή Δημοκρατία διασώθηκε, ανδρώθηκε και εντάχθηκε,  με ολόκληρο το έδαφός της, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι εχθροί της δεν κατάφεραν, μέχρι σήμερα, να την καταλύσουν.   Γι’ αυτό και η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να είναι η ασπίδα μας. Θα πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, ακόμα και εδαφικά κολοβωμένη,  σε οποιαδήποτε λύση. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αποδεχθούμε τη διάλυσή της, είτε άμεσα είτε έμμεσα.

(Φιλελεύθερος, 20/8/2017)