Η Κύπρος βρίσκεται στο επίκεντρο μιας ριζικής γεωπολιτικής και ενεργειακής αναδιάταξης σε μία περιοχή του κόσμου που έχει μια μακρά ιστορία συγκρούσεων.  Στην ουσία, βρίσκεται στο επίκεντρο ενός νέου «Ανατολικού Ζητήματος»  που είναι άγνωστο, αυτή τη  στιγμή,  που θα καταλήξει.  Η εμπλοκή των συμφερόντων είναι τεραστίων διαστάσεων.

Παρατηρούμε μια θεαματική αλλοίωση των παραδοσιακών φιλιών και συμμαχιών. Επιβεβαιώνονται τα λόγια του    Πάλμερστον, τότε υπουργού Εξωτερικών της Βρετανίας, το 1848: «Δεν έχουμε αιώνιους συμμάχους, ούτε διαρκείς εχθρούς. Τα συμφέροντά μας είναι αιώνια και διαρκή και αυτά έχουμε χρέος να ακολουθούμε». Στη διεθνή πολιτική σκηνή τα συμφέροντα υπερισχύουν των όποιων άλλων κριτηρίων.

Η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη την  αλλοπρόσαλλη πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, την αδράνεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)  και αξιοποιώντας ήττα του Ισλαμικού Κράτους – για την οποία συνέδραμε αποφασιστικά -   επιταχύνει τα βήματά της για την παγίωση της παρουσίας της στην ευαίσθητη περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπου,  πέραν όλων των άλλων,  παίζεται και το παγκόσμιο ενεργειακό παιχνίδι. Για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής έχει επιλέξει τη συνεργασία με δύο χώρες-κλειδιά της περιοχής,  την Τουρκία και το Ιράν.

Η Ρωσική Ομοσπονδία και η Τουρκία έχουν αποκαταστήσει τις σχέσεις τους, μετά από μια περίοδο ψυχρότητας, μετά από την κατάρριψη από πλευράς της Τουρκία ρωσικού μαχητικού στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, το Νοέμβριο του 2015.  Η σχέση των δυο χωρών έχει πέραν από την οικονομική διάσταση και την εξοπλιστική,  που είναι και οικονομική. Τούτο προκύπτει από την αγορά από το καθεστώς Ερντογάν του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400. Η συνεργασία τους σε αυτό τον τομέα συνιστά, όπως έχει ερμηνευθεί, σφήνα στο ΝΑΤΟ. Αναμφισβήτητα, η αγορά του συστήματος αλλάζει τις ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή μας. 

Σε αυτή την εμπλοκή των συμφερόντων, θέλει να πρωταγωνιστήσει και  η Τουρκία η οποία οραματίζεται το ρόλο της υπερδύναμης της περιοχής, ρόλο που έπαιζε κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρκεί ένας να διαβάσει τη σελίδα 239 του βιβλίου του τέως Τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου «Το στρατηγικό βάθος». Τα όσα λαμβάνουν χώρα στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας καταδεικνύουν έκδηλα αυτόν τον   πάγιο και αναλλοίωτο σχεδιασμό της Τουρκίας.   Στην προώθηση των σχεδιασμών της δεν βρίσκει συμμάχους της τις ΗΠΑ. Φαίνεται ότι οι τελευταίες έχουν απαλλαγεί από τη ψευδαίσθηση για την  αξιοπιστία της Τουρκίας ως συμμάχου της, που τις καθιστούσε   όμηρο της τουρκικής αλαζονείας και του μεγαλοϊδεατισμού.  Φαίνεται πως έχει τερματιστεί η περίοδος εκείνη που  οι ΗΠΑ και η Τουρκία συνεισέφεραν η μία στην ασφάλεια και στα συμφέροντα της άλλης και οι σχέσεις τους είχαν γερά θεμέλια. Έχει πλέον καταστεί σαφές ότι Ουάσιγκτον  και Άγκυρα δεν μοιράζονται τις ίδιες αξίες και στρατηγικές προτεραιότητες. Όξυνση στις σχέσεις των δυο χωρών, προκάλεσε η πρόσφατη  προκλητική απόφαση του απρόβλεπτου Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ (ιερή πόλη τριών θρησκειών) ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.  Σήμερα, οι δύο χώρες μοιάζουν να μην έχουν κοινά συμφέροντα. Κυρίως, όσον αφορά το Κουρδικό ζήτημα όπου οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τους Κούρδους της Συρίας, οι οποίοι σε αντίθεση με τους Τούρκους έχουν αποδειχθεί αξιόπιστοι σύμμαχοι στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους. Η Τουρκία θεωρεί ότι, προσεγγίζοντας τη Ρωσία,    εξασφαλίζει την αποτροπή δημιουργίας Κουρδικού Κράτους.  Για τους ίδιους λόγους, η σουνιτική Τουρκία  δεν δίστασε να έλθει σε συνεννόηση με το αλλόδοξο σιιτικό Ιράν και να αγνοήσει τις κυρώσεις που του επιβλήθηκαν.  Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία φαίνεται ότι έχει  υποχωρήσει στην  ανάγκη απομάκρυνσης του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, που είναι προστατευόμενός της Ρωσίας. 

Οπωσδήποτε, οι εξελίξεις θα επηρεάσουν οριστικά το ιστορικό μέλλον της πατρίδας μας. Δυστυχώς, η Κύπρος δεν συλλαμβάνει αυτές τις σεισμικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή μας και δεν προσαρμόζεται. Μένει καθηλωμένη στο παρελθόν. Η πολιτική της, παραμένει καθηλωμένη σε ξεπερασμένες δεκαετίες, με τα ίδια σύνδρομα, τα ίδια φαντάσματα, τις ίδιες φοβίες. Αγνοούμε το διεθνές πολιτικό περιβάλλον και   το βασικό κανόνα ότι ο καθορισμός μιας πολιτικής καθορίζεται από τις δυνατότητες που προσφέρονται από τις διεθνείς συνθήκες μιας δεδομένης στιγμής. Εναποθέτουμε τις ελπίδες μας στους «φίλους» μας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, κυρίως στη  Ρωσία, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη και τους συσχετισμούς που συχνά αλλάζουν. Και όχι στη βάση αρχών, αλλά στη βάση γεωπολιτικών συμφερόντων.  Η Ρωσία έχει τρομακτικά οικονομικά και άλλα συμφέροντα με την Τουρκία και δεν θα διακινδυνεύσει  τις σχέσεις μαζί της για χάρη της Κύπρου. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει η μεγάλη εξάρτηση της Τουρκίας από το ρωσικό φυσικό αέριο.  Ούτε θα πρέπει να ξεχνάμε αυτά που δήλωσε στις 6 Αυγούστου 2009 ο Βλαντίμιρ Πούτιν: «….υποστηρίζουμε επίσης και το Σχέδιο Ανάν. Θα επιδιώξουμε και στο μέλλον την οικοδόμηση των σχέσεων και με τις δύο πλευρές, τα δύο τμήματα της Κύπρου». Εξισώνει, με άλλα λόγια, την Κυπριακή Δημοκρατία με το ψευδοκράτος. Η Ρωσία, παρά τις φραστικές συμπαραστάσεις που κατά καιρούς  μας προσφέρει,  κινείται και θα κινείται με βάση τα συμφέροντά της. Όλες οι χώρες αυτό κάνουν. Αν μας αγαπούσε, θα έλεγε όχι στην ανέγερση ενός πυρηνικού σταθμού ο οποίος, σε περίπτωση σεισμού,  μάς απειλεί με αφανισμό.

Η Κύπρος έχει ανάγκη, όσον ποτέ άλλοτε, από μια ηγεσία η οποία να διαθέτει ευρύτητα πνεύματος, επιδεξιότητα, σθένος και διορατικότητα,  ώστε να είναι ικανή να αξιολογήσει τα εμπλεκόμενα στην περιοχή μας συμφέροντα και να  αξιοποιήσει  κατάλληλα τα γεωπολιτικά ερείσματα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την  ιδιότητά της ως του μόνου κράτους μέλους της ΕΕ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.