Η έκβαση των συνομιλιών που διεξήχθησαν στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας επιβεβαίωσε αυτό που έχει προ πολλού επισημανθεί από μερικούς,  που διαθέτουν επαρκή πολιτική παιδεία, κριτική ικανότητα και ελεύθερο φρόνημα,  πως η «φιλοσοφία» της λύσης τη διζωνική δικοινοτικής ομοσπονδίας,  που συμφώνησαν οι ηγέτες των δυο κοινοτήτων και «ευλόγησε»  ο ΟΗΕ με το Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας  649/1990, στις 12 Μαρτίου 1990,  είναι αδύνατο να οδηγήσει σε βιώσιμη λύση, παρά μόνο θα καταλήξει είτε σε έναν χρονοβόρο διάλογο κωφών, είτε σε νέο αδιέξοδο είτε σε τουρκική λύση. Όπως ανέλυσα σε σειρά άρθρων μου, στην περίπτωση της Κύπρου, δεν υφίστανται οι απαραίτητες βασικές προϋποθέσεις για ένα βιώσιμο ομοσπονδιακό κράτος.  

Παρά τη δημιουργηθείσα εντύπωση για πρόοδο, δεν φαίνεται, τουλάχιστο σε  μας, τους μη  ενημερωμένους με τα τεκταινόμενα στο παρασκήνιο, σύγκλιση ως προς  ουσιώδη ζητήματα που η επίλυσή τους  αποτελεί προϋπόθεση,  εκ των ων ουκ άνευ,  για μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού.   Στις συνομιλίες στο Μοντ Πελεράν αποδείχθηκε, για μια ακόμη φορά,  ότι  η επίτευξη μιας βιώσιμης λύσης δεν θα εξαρτηθεί από την οποιαδήποτε «καλή θέληση» των  ηγετών των δυο κοινοτήτων αλλά, αποκλειστικά, από τις προθέσεις της Τουρκίας οι οποίες, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν δείχνουν να αλλάζουν. Μετέβησαν οι ηγέτες των δυο κοινοτήτων στο Μοντ Πελεράν για να διαπραγματευτούν, απομονωμένοι, τα κριτήρια στο εδαφικό και να αποτυπώσουν τη συμφωνία σ’ αυτά σε χάρτη. Δεν κατέληξαν σε τελική συμφωνία για τον απλούστατο λόγο ότι και στο εδαφικό τον κύριο λόγο έχει η Τουρκία, αφού αυτή είναι που κατέλαβε τα εδάφη και μόνο αυτή μπορεί να τα επιστρέψει,  όταν θα ικανοποιηθεί από μια τελική συμφωνία που θα ικανοποιεί τους στόχους της.  Σε κάθε περίπτωση, έχω την άποψη ότι δίδεται μια υπερβάλλουσα σημασία στο εδαφικό και το περιουσιακό. Μπορεί να είναι σημαντικά τα θέματα του περιουσιακού και του εδαφικού,  γιατί έχουν σχέση με θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών του κράτους που θα δημιουργηθεί,  αλλά δεν άπτονται της βιωσιμότητας της λύσης που θα προκύψει. Η βιωσιμότητα της λύσης εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό,  από τη λειτουργικότητα του κράτους που θα προνοείται στη λύση που θα  συμφωνηθεί.  Μια λύση τουρκικών προδιαγραφών,  που θα προβλέπει την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη διαδοχή της από ένα θνησιγενές δυσλειτουργικό κρατικό μόρφωμα και  αναγνώριση επεμβατικών δικαιωμάτων στην Τουρκία, θα επιτρέψει στην τελευταία, όταν βρει κατάλληλες τις συνθήκες, να καταλάβει, όχι μόνο τα εδάφη που θα επιστραφούν, αλλά και ολόκληρη την Κύπρο.  Τις ευκαιρίες, για τη δημιουργία τέτοιων συνθηκών,  θα τις παράσχει στην Τουρκία η μη λειτουργικότητα της λύσης.

Στη λύση  που μαγειρεύεται με βάση τη συνταγή που αναγράφεται στην «κοινή διακήρυξη» της 11/2/2014 και  η οποία, στην πραγματικότητα, είναι αντιγραφή αυτής του περιβόητου σχεδίου Ανάν, η Τουρκία επιχειρεί να επιτύχει αυτούς τους στόχους. Αν οι συνομιλίες συνεχιστούν με βάση αυτήν την «πεπατημένη» φιλοσοφία θα οδηγηθούν είτε σε οριστικό ναυάγιο, με παρεπόμενο την προσάρτηση ή την «ταϊβανοποίηση» των κατεχομένων είτε σε  μια λύση για ένα νέο κράτος που καμιά σχέση δεν θα μπορεί να έχει με σύγχρονο κράτος μιας χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Πέραν τούτου,  αν οι συνομιλίες καταλήξουν σε μια τέτοια «λύση»,  η διζωνική δικοινοτική Κύπρος θα αποτελέσει τα εφαλτήριο για την Τουρκία, ένα κράτος εκτός ΕΕ,  να έχει λόγο στις ευρωπαϊκές αποφάσεις και, κυρίως, αυτές που την αφορούν, μέσω της τουρκοκυπριακές συνιστώσας πολιτείας.

Εύχομαι να μην επαληθευθούν οι φόβοι που διατύπωσα σε πρόσφατο άρθρο μου για «ευφορία από μια θεαματική τουρκική ‘‘υποχώρηση’’, ώστε η ηγεσία μας να μην έχει άλλη επιλογή παρά να οδηγηθεί, πανηγυρίζουσα, στην υποταγή στις τουρκικές επεκτατικές  ορέξεις». (Βλ. άρθρο στον «Φ» υπό τον τίτλο «Γιατί μια λύση Ομοσπονδίας δεν είναι βιώσιμη;». ημερ. 9/10/2016).  

Είναι καιρός - έστω και την δωδεκάτη–  η πολιτική ηγεσία του τόπου να απεγκλωβιστεί από το «σύνδρομο της αυτοδικαίωσης» για τα όσα υποστήριξε το 2004 και, αφού προβεί σε μια σωστή αξιολόγηση των νέων δεδομένων που διαμορφώνονται στη χώρα μας και στην περιοχή μας,  να επιδιώξει τη διαμόρφωση μιας νέας διαπραγματευτικής βάσης. Σήμερα, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου εκτυλίσσεται μια ριζική και πρωτοφανής γεωπολιτική και ενεργειακή αναδιάταξη και η εμπλοκή των συμφερόντων είναι τεραστίων διαστάσεων. Οι εξελίξεις αυτές έχουν αναβαθμίσει το γεωστρατηγικό ρόλο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενός μέλους της ΕΕ με την διεθνώς αναγνωρισμένη ΑΟΖ της.

(Φιλελεύθερος, 27/11/2016)