Τα όσα λαμβάνουν χώρα στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)  της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν συνιστούν απλά μια παραβίαση  των κυριαρχικών δικαιωμάτων της  χώρας μας, αλλά εντάσσονται στους ευρύτερου σχεδιασμούς της Τουρκίας να καταστεί μια υπερδύναμη στην περιοχή, όπως ήταν κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Τουρκία με τις προκλητικές της ενέργειες στην κυπριακή ΑΟΖ αποσκοπεί να διακηρύξει ότι διαμοιρασμός των θαλασσίων ζωνών στην πολύπλοκη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου,  χωρίς τη συμμετοχή της,  δεν μπορεί να υπάρξει και ότι διεκδικεί και αυτή μερίδιο στην ενεργειακή πίτα.

Στην πραγμάτωση των σχεδίων της, η Τουρκία βρίσκει αντιμέτωπη την Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία επιδιώκει από το 1963 να καταλύσει.  Μακροπρόθεσμος στόχος της Τουρκίας, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, είναι η    προσάρτηση όλης της Κύπρου, όπως έπραξε και το 1939 με την προσάρτηση της Αλεξανδρέττας. Θεωρεί ότι η  Κύπρος «βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου», όπως ωμά και απερίφραστα αναφέρει στο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος», στη σελίδα 279, ο σημερινός Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου.  

Θα πρέπει, επί τέλους, να συνειδητοποιηθεί ο πάγιος αυτός στόχος της Τουρκίας προς την επίτευξη του οποίου αποβλέπουν  τα όσα ενεργεί και διαπράττει τα τελευταία 50 χρόνια. Έστησε ένα τοίχος δυσπιστίας μεταξύ των δυο κοινοτήτων, ώστε να είναι αδύνατη η συμβίωση Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου.  Οποιαδήποτε λύση ομοσπονδίας δεν μπορεί να είναι βιώσιμη στην περίπτωση της Κύπρου. Όπως τόνισα σε σειρά άρθρων μου, η βιωσιμότητα ενός οποιουδήποτε ομοσπονδιακού κράτους εξαρτάται κυρίως και πάνω από όλα από τη θέληση των μερών, που θα το συγκροτήσουν,  να ζήσουν μαζί, με πνεύμα συνδιαλλαγής, για προώθηση μερικών κοινών σκοπών. Η προϋπόθεση αυτή, που  είναι απόλυτα απαραίτητη στις περιπτώσεις που το ομοσπονδιακό κράτος αποτελείται μόνο από δυο ομόσπονδα κράτη, όχι μόνο δεν πληρούται στην περίπτωση της Κύπρου, αλλά και δεν τίθεται πλέον θέμα συγκρότησης ομοσπονδιακού κράτους με τους τουρκοκύπριους    με τα σημερινά δημογραφικά δεδομένα.  Η Τουρκία, για να πραγματοποιήσει τους επεκτατικούς της σχεδιασμούς,  δεν αρκέστηκε στο βίαιο εδαφικό διαχωρισμό των δυο κοινοτήτων, αλλά διέπραξε ένα αποτρόπαιο έγκλημα πολέμου, τον εποικισμό των κατεχομένων, με αποτέλεσμα οι έποικοι να αποτελούν σήμερα την πλειοψηφία,  όχι μόνο στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου, αλλά, πολύ φοβούμαι,  και σε ολόκληρη την Κύπρο.

Η  νέα τουρκική απειλή προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στην ελληνοκυπριακή πολιτική  ηγεσία για αλλαγή στόχου και στρατηγικής προς το σκοπό διαμόρφωσης μιας νέας διαπραγματευτικής βάσης. Για να απεγκλωβιστεί από συνομιλίες που οδηγούν στον  όλεθρο. Οι συνομιλίες, αν επαναληφθούν με βάση την  «κοινή διακήρυξη» της  11ης Φεβρουαρίου 2014 των Αναστασιάδη-Έρογλου,  δεν μπορούν να οδηγήσουν σε βιώσιμη λύση. Θα οδηγήσουν στην κατάλυση  της Κυπριακής Δημοκρατίας   και τη διαδοχή της από ένα συμφωνημένο θνησιγενές κρατικό μόρφωμα, με το ψευδεπίγραφο της «διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας»,  στο οποίο το βόρειο τμήμα θα τελεί υπό τον πλήρη έλεγχό της και το νότιο υπό την επικυριαρχία της. Η Τουρκία σε καμιά περίπτωση δεν θα δεχθεί τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και ούτε συμφώνησε σε κάτι τέτοιο στη «κοινή διακήρυξη» της  11ης Φεβρουαρίου 2014.  Αυτό το κρατικό έκτρωμα,  που η Τουρκία επιδιώκει να προκύψει από  τις συνομιλίες, με βάση την «κοινή διακήρυξη», δεν πρόκειται να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), γιατί η συμφωνία, που η Τουρκία απαιτεί να γίνει πρωτογενές δίκαιο, δεν θα επικυρωθεί από τα κράτη – μέλη της. Θα διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη, όταν η Τουρκία βρει την κατάλληλη ευκαιρία για ολοκλήρωση του τελικού της στόχου, όπως τούτο θα συνέβαινε και στην περίπτωση του σχεδίου Ανάν. Και τότε δεν θα υπάρχει η Κυπριακή Δημοκρατία για να αμυνθεί.

Με την εισήγησή μου,  δεν εννοώ ανέφικτους, αλλά και επικίνδυνους, δονκιχωτισμούς.   Δυστυχώς, η τουρκική εισβολή και κατοχή δημιούργησαν ασφυκτικά δεδομένα και αδυσώπητες πραγματικότητες, που δεν μπορούν να ανατραπούν πλήρως. Οπωσδήποτε, δεν μπορούν να ανατραπούν με πατριωτικούς πομφόλυγες και εύηχα δημαγωγικά συνθήματα.   Ούτε μπορούν να ανατραπούν με τα νομικά όπλα που διαθέτουμε. Στην περίπτωση της Κύπρου, το διεθνές δίκαιο έχει προ πολλού παραμεριστεί, ηττημένο από τα εμπλεκόμενα γεωστρατηγικά συμφέροντα.

Δεν είναι, όμως,   ανέφικτη η εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης που θα αποτρέψει την πλήρη πραγμάτωση των τουρκικών σχεδιασμών. Μπορεί να μην είναι εφικτή η πλήρης αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι, όμως, εφικτή η διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ενιαίου κράτους, έστω και εδαφικά κολοβωμένου,  που θα λειτουργεί σύμφωνα με τις διεθνώς κρατούσες δημοκρατικές αρχές, όπως λειτουργεί τώρα de facto με βάση το δίκαιο της ανάγκης. Τούτο, όμως, προαπαιτεί μια ηγεσία η οποία να είναι σε θέση αξιοποιήσει  τα γεωπολιτικά ερείσματα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την  ιδιότητά της ως του μόνου κράτους μέλους της ΕΕ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, επιδεικνύοντας πολιτικό θάρρος, διορατικότητα, αλλά και επαφή με την πραγματικότητα.   Μέσα στα πλαίσια αυτής της νέας στρατηγικής εντάσσεται και η σωστή διαχείριση της «ευλογίας» των υδρογονανθράκων, ώστε να μην καταλήξει σε «κατάρα». Έτσι, θα διασφαλιστεί η   επιβίωση του κυπριακού ελληνισμού. 

Αυτές τις δύσκολες ώρες, καλείται η πολιτική ηγεσία  να ακολουθήσει  τη συμβουλή του Ελευθερίου Βενιζέλου:  «....  N' αντικρύζωμεν τα πράγματα ως έχουν. Οχι αισθηματολογικώς. Να είμεθα θετικοί. N' αφίσωμεν τους θρύλους. ….  H φρόνησις, η διορατικότης, η προορατικότης, η επαφή με την πραγματικότητα. Ιδού τι θα μας βοηθήση θετικά να επανορθώσωμεν ό,τι είναι επανορθώσιμον».

(Φιλελεύθερος, 23.11.2014)