Ανησυχητικά, ομολογουμένως, είναι τα μηνύματα που εκπέμπουν  οι κατά καιρούς διενεργούμενες δημοσκοπήσεις για τη αποστασιοποίηση των νέων μας από το πολιτικό γίγνεσθαι του τόπου.

 Όπως διαπιστώνεται από μια πρόσφατη δημοσκόπηση, στην οποία αναφέρθηκε σε δημοσίευμά της η φιλοξενούσα εφημερίδα στις 21.11.2010, «δεν πρόκειται τόσο για αδιαφορία των νέων, όσο για ένα αίσθημα βαθιάς απαξίωσης για την πολιτική ζωή, τα κόμματα, αλλά και γενικότερα για όλους τους πολιτειακούς θεσμούς». Και αυτήν την απαξίωση την εκδηλώνουν με την αποχή από τις εκλογές. (Χριστιάνα Βωνιάτη: Τρίτο «κόμμα» των νέων, η αποχή και το λευκό).

Οι νέοι μας, αλλά και γενικά ένα μεγάλο ποσοστό του εκλογικού σώματος, δεν απαξιώνουν μόνο τους πολιτικούς αλλά και την πολιτική. Kι από εδώ αρχίζουν οι κίνδυνοι. Γιατί, ενώ τους πολιτικούς μπορούμε να τους αλλάξουμε, η πολιτική ως αξία του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι αναντικατάστατη.

 H πολιτική είναι αναγκαία εφόσον η ύπαρξη κράτους είναι αναγκαία. Kράτος δεν θα χρειαζόταν μόνον σε μια αναρχική κοινωνία.  H κρατική εξουσία προϋποθέτει κάποιον φορέα και η πολιτική είναι το σύνολο των ενεργειών που έχουν σχέση με την ανάδειξη του φορέα της κρατικής εξουσίας. Ακόμα κι αν έχουμε τους χειρότερους πολιτικούς, η πολιτική είναι εκ των ων ουκ άνευ. Και οι διαδικασίες της πολιτικής, είτε το θέλουμε, είτε όχι,  ασκούνται από πολιτικούς οι οποίοι δραστηριοποιούνται μέσα στα πολιτικά κόμματα. Έχουν ταχθεί να είναι οι φορείς της κρατικής εξουσίες,  ως εκπρόσωποι του λαού.

H αποχή δεν είναι  λύση. Η  δημοκρατία για να λειτουργεί σωστά απαιτεί την ύπαρξη ενεργών πολιτών.  Μόνο με την ύπαρξη ενεργών πολιτών σχηματίζεται και εκδηλώνεται σωστά η κρατική βούληση και ολοκληρώνεται η δημοκρατία. Μόνο έτσι οι κάτοικοι ενός κράτους αποβάλλουν την ιδιότητα του υπηκόου και  μετατρέπονται σε πολίτες.

 Στο δημοκρατικό πολίτευμα ο πολίτης έχει σοβαρές ευθύνες να εκπληρώσει. Η πιο σημαντική είναι η ενεργός άσκηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Να μετέχει στη διαμόρφωση της κρατικής βούλησης. Πρωταρχικά,  με τη ψήφο του. Όμως, η ιδιότητα του μέλους του εκλογικού σώματος δεν είναι αρκετή. Να είναι, δηλαδή, πολίτης  μόνο κατά την εκλογική διαδικασία και  στο μεταξύ των εκλογών διάστημα να είναι υπήκοος. Θα πρέπει αδιάκοπα να παρακολουθεί τα πολιτικά δρώμενα. Για όσους αποποιούνται των ευθυνών τους ισχύει αυτό που έγραψε ο Θουκυδίδης στον Επιτάφιο του Περικλέους: «.... τον τε μηδέν των δε μετέχοντα (των πολιτικών) ουκ απράγμονα αλλ’ αχρείον νομίζομεν». (Θουκιδίδου Ιστορίαι, Β΄, 40). («.... εκείνον που δεν μετέχει εις αυτά (τα πολιτικά πράγματα) θεωρούμεν  όχι φιλήσυχον  αλλ’  άχρηστον πολίτην», κατά μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου).

Ο νέος, ως πολίτης,  θα πρέπει δια μέσου του κόμματός του να συμβάλλει στην ανάδειξη ικανής και άξιας πολιτικής ηγεσίας, έστω και αν τούτο είναι δύσκολο στην Κύπρο. Δυστυχώς, τα κυπριακά κόμματα με τον τρόπο που λειτουργούν δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της κοινωνίας. Όμως, ο ενεργός πολίτης δεν έχει άλλη επιλογή. Η ύπαρξη των κομμάτων είναι  απαραίτητο στοιχείο του δημοκρατικού μηχανισμού. Αποτελούν θεσμό της πολιτείας και, ειδικότερα, θεσμό υλοποίησης και ουσιαστικοποίησης της λαϊκής κυριαρχίας.

Παράλληλα, στους νέους μας προσφέρεται η «κοινωνία των πολιτών», με τη σωστή του όρου έννοια και όχι αυτήν που της δίνουν μερικοί λαϊκίζοντες πολιτικοί. Η κοινωνία των πολιτών είναι ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ κράτους και πολιτών. Αποτελείται συνήθως από οργανώσεις που στοχεύουν να προστατεύουν τους πολίτες και τους θεσμούς. Τέλος, αναφέρω το μεγάλο όπλο που διαθέτει ο πολίτης στην μεταμοντέρνα εποχή μας: το Διαδίκτυο.

(Η Καθημερινή, 5.12.2010)