Ζούμε στην εποχή  του διαδικτύου και της πληροφορίας, στην εποχή της ούτω καλούμενης παγκοσμιοποίησης.

Η ραγδαία απελευθέρωση των αγορών έχει κατά πρωτοφανή τρόπο αυξήσει την παραγωγικότητα και τον πλούτο σε παγκόσμια κλίμακα. Όμως, αυτός ο πλούτος κατανέμεται κατά τρόπο προκλητικά άνισο, αν ληφθεί υπόψη ότι ένας μικρός αριθμός ατόμων έχει εισοδήματα που ξεπερνούν το ακαθάριστο εθνικό προϊόν πολλών φτωχών κρατών, ενώ το 1/5 περίπου της ανθρωπότητας ζει κάτω από συνθήκες απόλυτης φτώχειας.

Οι πολυεθνικοί οικονομικοί γίγαντες έχουν καταλάβει παγκόσμια σημαντικές θέσεις ισχύος. Το εθνικό κράτος αλλάζει μορφή. Συρρικνώνεται η κυριαρχία του.

Παράλληλα, ζούμε μια εποχή κρίσης θεσμών και έκπτωσης αξιών, ηθικών, πολιτιστικών και πολιτικών, αξιών που συνέχουν μια κοινωνία. Η ηθική κρίση, που είναι συγχρόνως κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολίτη και μεταξύ πολίτη και πολιτικής,  οδηγούν στη διάβρωση και την υπονόμευση της Δημοκρατίας. Συνακόλουθο αυτής της κρίσης είναι ο κλονισμός του ρόλου της πολιτικής ως αξίας στο δημόσιο βίο.

Ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε μια περίοδο όπου θα υπάρχει τρομακτικό έλλειμμα δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, αν δεν υπάρξουν οι κατάλληλες ρυθμίσεις, είναι ορατός.

Τον κίνδυνο αυτό δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται οι πολιτικοί μας,  στη μεγάλη τους πλειονότητα. Μπορεί να μεριμνούν και να τυρβάζουν «περί πολλά», όπως για την αναβάθμιση των πελατειακών τους σχέσεων, μπορεί να κατατρύχονται με θέματα που έχουν ξεκαθαρίσει προ πολλού, με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως το θέμα της διάκρισης των εξουσιών και, αν ένας νόμος που οι ίδιοι πρότειναν είναι συνταγματικός ή όχι, αλλά, είτε αγνοούν είτε έχουν ελλιπή ενημέρωση για τα συντελούμενα στο διεθνή ορίζοντα.

Με γενικολογίες, αοριστολογίες και δογματικούς αφορισμούς, παραμένουν  προσανατολισμένοι σε λογικές και πρακτικές που επικρατούσαν πριν από 30 χρόνια, χωρίς να είναι σε θέση να προτάξουν σοβαρό πολιτικό λόγο για το πως θα διασφαλιστεί η εθνική επιβίωση του λαού μας και για το πως η χώρα μας θα μπορέσει να προσαρμοσθεί και να  κερδίσει από την επαναδιαμόρφωση του παγκόσμιου οικονομικού χάρτη.

Την κατάσταση χειροτερεύει η σημερινή μορφή της δημόσιας διοίκησης η οποία παραμένει μια αργοκίνητη, αναποτελεσματική και,  όχι σε λίγες περιπτώσεις,  διεφθαρμένη μηχανή, ανίκανη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών.

Όλα τα πιο πάνω συνθέτουν το αδιέξοδο του πολιτικού μας συστήματος, που σήμερα εμφανίζεται ξεπερασμένο από τις εξελίξεις και ανεπαρκές.

Όμως, η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν είναι δίλημμα. Αποτελεί μια κατάσταση δεδομένη και μη αναστρέψιμη που καλούμεθα να την αντιμετωπίσουμε. Και μπορεί να αντιμετωπιστεί,  αν υπάρξουν οι κατάλληλοι άνθρωποι.

Και η μικρή Κύπρος μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή τη μεγάλη πρόκληση. Είναι αρκετά εύγλωττο αυτό που είπε κάποτε ο Ζακ Ντελόρ: «Απέναντι στην ιστορία δεν υπάρχουν μικρές και μεγάλες χώρες. Υπάρχουν χώρες που αντιδρούν γρήγορα στις εξελίξεις και αυτές που αφυπνίζονται με καθυστέρηση μπροστά στις παγκόσμιες ανατροπές και στον άγριο διεθνή ανταγωνισμό».

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, είναι ανάγκη να υπάρξει ένα κράτος σύγχρονο και ανθρώπινο που να διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς για να εναρμονιστεί με το διεθνές γίγνεσθαι και να προστατεύει αυτούς που η απελευθέρωση των αγορών περιθωριοποιεί και μια δημόσια διοίκηση χρηστή και ευέλικτη, μικρότερη σε μέγεθος και πλουσιότερη σε ικανότητες και αξία. Μια διοίκηση που να υπηρετεί την κοινωνία των πολιτών.

Χρειάζεται ένας νέου ήθους και ύφους πολιτικός λόγος. Ένας πολιτικός λόγος που να μετέρχεται την πειθώ και όχι τo σύνθημα. Ένας αξιόπιστος πολιτικός λόγος, που να στηρίζεται στο επιχείρημα,.

(Σημερινή, 12.2.2001)