Δεν νομίζω ότι θα υπάρξουν χείλη που δεν θα προφέρουν αυτές τις μέρες, είτε ενσυνείδητα - από αισθήματα ειλικρινούς αγάπης- είτε υποκριτικά ή ασυναίσθητα- για λόγους κοινωνικής ευπρέπειας– ευχές για ευτυχία. Διερωτηθήκαμε, όμως, πώς κατακτιέται η ευτυχία;
Για να απαντηθεί το ερώτημα, θα πρέπει να προηγηθεί η απάντηση σε ένα άλλο ερώτημα: Πώς μετριέται η ευτυχία; Με άλλα λόγια, τι κάνει πραγματικά τους ανθρώπους ευτυχισμένους; Το θέμα απασχολεί τους φιλοσόφους για χιλιετίες. Το πρώτο βήμα είναι να ορίσουμε αυτό που πρόκειται να μετρηθεί. Ο γενικά αποδεκτός ορισμός της ευτυχίας είναι η «υποκειμενική ευημερία». Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, η ευτυχία είναι κάτι που αισθάνομαι μέσα μου, μια αίσθηση άμεσης απόλαυσης ή μακροπρόθεσμης ικανοποίησης. Δεν πρόκειται για μόνιμη κατάσταση.
Μερικοί βιολόγοι υποστηρίζουν ότι ο ψυχικός και συναισθηματικός μας κόσμος ελέγχεται από βιοχημικούς μηχανισμούς που έχουν διαμορφωθεί μέσα από εξέλιξη εκατομμυρίων χρόνων. Όπως και οι υπόλοιπες ψυχικές καταστάσεις, η υποκειμενική μας ευημερία δεν καθορίζεται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως ο μισθός, οι κοινωνικές σχέσεις ή τα πολιτικά αξιώματα, αλλά από ένα πολυσύνθετο σύστημα νεύρων, νευρώνων, συνάψεων και διαφόρων βιοχημικών ουσιών, όπως η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη και η οξυτοκίνη. Οι άνθρωποι γίνονται ευτυχισμένοι από ένα και μόνο πράγμα, τις ευχάριστες αισθήσεις στο σώμα τους. Όμως, οι περισσότεροι βιολόγοι δεν είναι τόσο απόλυτοι. Αν και υποστηρίζουν ότι η ευτυχία καθορίζεται κυρίως από τη βιοχημεία, συμφωνούν ότι και οι ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες έχουν επίσης τη θέση τους.
Το χρήμα και τα αξιώματα μπορεί να φέρουν ευτυχία; Μέχρι ενός σημείου, ναι. Μετά το σημείο αυτό, παύουν αυτοί οι παράγοντες να έχουν ιδιαίτερη σημασία. Αποτελεί χείριστη πλάνη η άποψη ότι ο πλούτος και τα αξιώματα φέρνουν τη μόνιμη ευτυχία στον άνθρωπο. Σύμφωνα με τον Γάλο φιλόσοφο Πασκάλ, μόλις οι άνθρωποι, που επιθυμούν και κυνηγούν ένα πράγμα, το κατακτήσουν, αισθάνονται ευτυχισμένοι. Όμως, η ευτυχία τους διαρκεί για πολύ λίγο και μεταβάλλεται, σχεδόν την άλλη ημέρα, σε ανία και απελπισία. Έτσι, αυτός που είχε εναποθέσει την ευτυχία του στον πλούτο, τώρα που έγινε πλούσιος δεν θα εφησυχάσει, γιατί θέλει περισσότερα. Ούτε και αυτός που απολαμβάνει μια οικονομικά άνετη ζωή εφησυχάζει. Η διαφήμιση και οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν αδιάκοπα νέες ανάγκες και επιθυμίες. Ο καταναλωτισμός, ως κυρίαρχος τρόπος ζωής, έχει μετατραπεί σε ένα ανεγκέφαλο ευδαιμονισμό. Ο άλλος που ονειρεύεται αξιώματα, όταν τα πάρει, δεν αισθάνεται καταξιωμένος και δεν ηρεμεί, γιατί θέλει να πάρει ανώτερα. Το φτωχόπαιδο, που πήγαινε ξυπόλυτο στο σχολείο και γίνεται υπουργός, θέλει να γίνει και πρόεδρος. Ζούμε ομαδικά την επικίνδυνη έξαρση του ορμέμφυτου της διάκρισης. Εξ άλλου, απρόβλεπτοι και ανεξέλεγκτοι παράγοντες μπορούν να ανατρέψουν αυτά τα δεδομένα, πάνω στα οποία στηρίξαμε την ευτυχία μας. Ισχύει διαχρονικά το πολυθρύλητο απόφθεγμα του Σόλωνα προς τον βασιλέα της Λυδίας Κροίσο: «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε».
Αλλεπάλληλες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η ευτυχία δεν εξαρτάται πραγματικά από αντικειμενικούς παράγοντες, όπως ο πλούτος, τα αξιώματα και η υγεία, αλλά από το συσχετισμό ανάμεσα στους παράγοντες αυτούς και τις υποκειμενικές προσδοκίες. Αν θέλεις ένα ποδήλατο και πάρεις ένα ποδήλατο, είσαι ικανοποιημένος. Αν θέλεις μια ολοκαίνουργη Ferrari και πάρεις μια μεταχειρισμένη Fiat, αισθάνεσαι στέρηση. Αν η επιθυμία σου είναι ένας ικανοποιητικός μισθός, για να μπορείς να συντηρείς την οικογένειά σου, και πάρεις ένα αξίωμα, θα αισθάνεσαι ικανοποιημένος και καταξιωμένος. Αρκεί, να μην αλλάξεις, συρόμενος από το ορμέμφυτο της διάκρισης, τις προσδοκίες σου. Ένα άλλο ενδιαφέρον εύρημα των ερευνών που έγιναν είναι ότι η ασθένεια μειώνει την ευτυχία βραχυπρόθεσμα. Έχουμε μακροπρόθεσμη δυστυχία μόνο αν η κατάσταση της υγείας του ατόμου επιδεινώνεται διαρκώς ή αν η ασθένεια επιφέρει συνεχή και εξουθενωτικό πόνο ή θάνατο πολύ προσφιλούς προσώπου, όπως τέκνου. Οι άνθρωποι που μαθαίνουν ότι έχουν χρόνιες ασθένειες, όπως ο διαβήτης, συνήθως πέφτουν σε κατάθλιψη για ένα διάστημα, αλλά, αν η ασθένειά τους δεν επιδεινωθεί, προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες.
Ποιητές και φιλόσοφοι διακήρυξαν, χιλιάδες χρόνια πριν, πόσο σημαντικό είναι να ελέγχει ένας τις επιθυμίες του. Κατά τον Επίκουρο, οι επιθυμίες κατατάσσονται σε τρία είδη: τις φυσικές και αναγκαίες, τις φυσικές αλλά όχι αναγκαίες και τις μη φυσικές και όχι αναγκαίες. Σύσταση του Επίκουρου είναι να επιλέγουμε τις ανάγκες με τη μικρότερη επιβάρυνση, ενώ τις ανάγκες της τρίτης κατηγορίας, τις μη φυσικές και μη αναγκαίες, τις απορρίπτουμε εντελώς. Δεν είναι τυχαίο που οι επικούρειοι ζούσαν με το ρητό «λάθε βιώσας». Επίσης, σύμφωνα με τη διδασκαλία του μεγάλου Κινέζου σοφού Λάο Τσε, που έζησε τον έκτο αιώνα π. Χ., πρέπει να αφήσουμε κάθε πράγμα να κάνει αυτό που πρέπει, σύμφωνα με τη φύση του. Με άλλα λόγια, να μην επεμβαίνουμε στους ρυθμούς της Φύσης. Και το πιο σημαντικό: Να προσηλωθούμε στην ουσία της ενότητας ανάμεσα στον εαυτό μας και στο Σύμπαν. Πιθανό, τότε, αποκτώντας την υπαρξιακή μας αυτογνωσία και συνειδητοποιώντας την ασημαντότητά μας μέσα στην απεραντοσύνη του χώρου και του χρόνου, να συλλάβουμε το πραγματικό νόημα της ευτυχίας.
Χρόνια πολλά και ευτυχισμένα!
(Φιλελεύθερος, 31/12/2017)