Το 1980 είδαν το φως της δημοσιότητας διάφορες δραστηριότητες και ενέργειες του τότε Εφόρου Συνεργατικών Εταιρειών και Διοικητή της Συνεργατικής Ανάπτυξης, που προκάλεσαν την έντονη αντίδραση μεγάλου μέρους της πολιτικής ηγεσίας του τόπου αλλά και των ΜΜΕ. Ο σάλος που προκλήθηκε, οδήγησε το Υπουργικό Συμβούλιο να διορίσει στις 6/6/1980 τριμελή Ερευνητική Επιτροπή (ΕΕ) για να προβεί στην εξέταση της δημιουργηθείσας δυσχερούς οικονομικής κατάστασης του συνεργατισμού και των αιτίων που την προκάλεσαν, στην εξέταση των διαφόρων δραστηριοτήτων και ενεργειών του Εφόρου Συνεργατικών Εταιρειών και Διοικητή της Συνεργατικής Ανάπτυξης και άλλων αξιωματούχων του συνεργατικού κινήματος, στη διαπίστωση τυχόν κακής διαχείρισης και άλλων ατασθαλιών και τον καταλογισμό ευθυνών στους υπαιτίους, καθώς και στην εισήγηση μέσων θεραπείας.
Την ΕΕ απάρτιζαν οι ακόλουθοι: Πρόεδρος: Γεώργιος Σταυρινάκης, Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, μέχρι τον διορισμό του στις 10/9/1980 στο αξίωμα του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τον αντικατέστησε ο Αντώνης Κούρρης, Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, μετέπειτα Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μέλη: Νίκος Χρ. Χαραλάμπους, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, μετέπειτα Επίτροπος Διοικήσεως και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και Θεόφιλος Θεοφίλου, Βοηθός Γενικός Λογιστή, μετέπειτα Γενικός Ελεγκτής.
Η ΕΕ παρακάθησε σε 102 δημόσιες ακροάσεις κατά τη διάρκεια των οποίων άκουσε την προφορική μαρτυρία 153 προσώπων. Τα πρακτικά των δημοσίων ακροάσεων της ΕΕ καλύπτουν 2576 σελίδες. Επίσης, ενώπιον της ΕΕ κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 741 Φάκελοι, Εκθέσεις και άλλα Έγγραφα. Η ΕΕ, κατά την εκτέλεση του έργου που της ανατέθηκε, συνάντησε πλείστες όσες δυσκολίες που οφείλονταν, κυρίως, στην ευρύτητα των όρων εντολής που της τέθηκαν. Είχε, όμως, τη μεγάλη βοήθεια των Εκθέσεων των διαφόρων Ελεγκτικών Οίκων που διόρισε ο Υπουργός Οικονομικών για να διερευνήσουν την οικονομική κατάσταση των διαφόρων συνεργατικών εταιρειών.
Η ΕΕ στην Έκθεσή της, που υποβλήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 19/10/1981, αφού διαπιστώνει ότι το «το συνεργατικό κίνημα της Κύπρου βρίσκεται σε κατάσταση οικονομικής κατάρρευσης και κινδυνεύουν να χαθούν, αν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα, τα όσα έχουν επίμοχθα επιτευχθεί μέχρι σήμερα», καταλογίζει την πρωταρχική ευθύνη στον τότε Διοικητή Συνεργατικής Ανάπτυξης Ανδρέα Αζίνα ο οποίος «από την αρχή της πρόσλήψεώς του παρερμήνευσε το ρόλο του και κατά τρόπο κατάφορο υπερέβη τα καθήκοντά του … Ο κ. Αζίνας εξουδετέρωσε πλήρως τον ρόλο των Επιτροπειών στις μεγάλες συνεργατικές εταιρείες και αναμίχθηκε ενεργά στη διεύθυνση και διοίκησή τους ». Παράλληλα, η ΕΕ διαπιστώνει ότι οι εκάστοτε Υπουργοί Εμπορίου και Βιομηχανίας δεν ασκούσαν οποιοδήποτε ιεραρχικό έλεγχο στον Διοικητή Συνεργατικής Αναπτύξεως που ήταν λειτουργός του Υπουργείου.
Στην Έκθεση της ΕΕ επισημαίνεται ότι «το συνεργατικό κίνημα κατά την τελευταία δεκαετία επεκτάθηκε κατά φρενίτιδα τρόπο σε σημαντικές επενδύσεις κεφαλαίων, με επιστέγασμα τη δημιουργία των Κεντρικών Βιομηχανιών, χωρίς προηγουμένως να λαμβάνονται και τα πιο βασικά για κάθε επενδυτή μέτρα, όπως είναι οι τεχνοοικονομικές μελέτες για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων, η προκήρυξη προσφορών για την ανέγερση των κτιριακών και άλλων εγκαταστάσεων ή για την αγορά των μηχανημάτων. Για τις επενδύσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν οι βραχυπρόθεσμες καταθέσεις στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα, που χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό αυτόν σαν να ήταν μια αστείρευτη πηγή χρημάτων. Τα μέλη της επιτροπείας της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας, που ήσαν, κατά το πλείστον, και μέλη των επιτροπειών των εταιρειών που δανείζονταν, επιδόθηκαν, υπό την επιρροή του κ. Αζίνα, σε μια πρωτοφανή στα τραπεζικά χρονικά αλόγιστη πιστωτική πολιτική, παραχωρώντας σε μικρό αριθμό χρεωστών τεράστια δάνεια από βραχυπρόθεσμες καταθέσεις για μακροπρόθεσμες επενδύσεις, χωρίς καμιά μελέτη βιωσιμότητας αυτών των επενδύσεων και χωρίς επαρκείς εγγυήσεις, κατά παράβαση βασικών τραπεζικών αρχών. Αποτέλεσμα αυτής της αξιοθρήνητης πολιτικής ήτο η οικονομική κατάρρευση της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας και ο κίνδυνος να χάσει από επισφαλή χρέη ποσό που υπολογίζεται να φθάσει, όπως γράψαμε, στα σαράντα εκατομμύρια λίρες».
Η ΕΕ διαπιστώνει, επίσης, ότι στις περιπτώσεις μεγάλων συνεργατικών εταιρειών, που αναφέρει, τα μέλη των επιτροπειών τους επέδειξαν «ασύγγνωστη απερισκεψία και αμέλεια» και εισηγείται τη λήψη αστικών νομικών μέτρων εναντίον τους για τις ζημιές που υπέστησαν οι εταιρείες τους. Επίσης, η ΕΕ εισηγείται την ποινική δίωξη των μελών των επιτροπειών των συνεργατικών εταιρειών και των γραμματέων-διευθυντών τους που παραβίασαν το άρθρο 61 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου καθώς και του Διοικητή Συνεργατικής Ανάπτυξης «στις περιπτώσεις που ήτο συνεργός στη διάπραξη των αδικημάτων από τα μέλη των επιτροπειών». Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ΕΕ δε ερεύνησε την υπόθεση για την οποία καταδικάστηκαν οι Α. Αζίνας και Π. Ορφανός στην Ποινική Υπόθεση Αρ. 17841/80.
Η έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής, που δόθηκε στη δημοσιότητα ένα χρόνο μετά τη σύνταξή της, χαρακτηρίστηκε ως «ένα από τα σοβαρότερα και διδακτικότερα έγγραφα της ιστορίας των τελευταίων χρόνων» (Ο Φιλελεύθερος της 23/10/1982), σαν «καταπέλτης που πρέπει να προκαλέσει αλυσιδωτές παραιτήσεις αλλά και λήψη ποινικών μέτρων εναντίον πολλών» Η Σημερινή της 23/10/1982) και σαν «ένα σημαντικό έγγραφο που σχετίζεται με το πιο μεγάλο σκάνδαλο που διεπράχθη ποτέ στην Κύπρο» ( Ο Αγών της 23/10/1982). Σε άρθρο μου με τον τίτλο «Πολίτες και πολιτεία» που δημοσιεύθηκε στις 25/9/1988 στις εφημερίδες «Ο Φιλελεύθερος, «Αλήθεια» και «Τα Νέα», έγραφα τα ακόλουθα: «Διερωτήθηκε, έκτοτε, κανείς γιατί δεν πάρθηκαν τα μέτρα που εισηγήθηκε η Ερευνητική Επιτροπή; Διερωτήθηκε, έκτοτε, κανείς πόσες δεκάδες εκατομμυρίων λιρών στοίχισε στον Κύπριο φορολογούμενο η ολιγωρία των ιθυνόντων να πάρουν έγκαιρα τα διορθωτικά μέτρα που εισηγήθηκε η Ερευνητική Επιτροπή για την οικονομική εξυγίανση της Συνεργατική Κεντρικής Τράπεζας και των άλλων συνεργατικών εταιρειών;»
Η μη δίωξη των πρωταιτίων για εκείνη την αλόγιστη διασπάθιση δημοσίου χρήματος, πρόσφερε το κατάλληλο έδαφος για να αναδειχθεί και εδραιωθεί η «κουλτούρα της ατιμωρησίας». Το καρκίνωμα, που διαγνώστηκε του 1980, αφέθηκε να κάνει μεταστάσεις που οδήγησαν στην ανεπανόρθωτη κατάρρευση του συνεργατικού κινήματος της Κύπρου, ενός κινήματος που στο ξεκίνημά του, τηρώντας τις διεθνώς κρατούσες αρχές του συνεργατισμού, έχει να επιδείξει αξιοθαύμαστα επιτεύγματα, ιδίως στους παραδοσιακούς τομείς δράσης του συνεργατισμού, που είναι ο πιστωτικός τομέας, ο καταναλωτικός τομέας και ο τομέας της συγκέντρωσης και διάθεσης της γεωργικής παραγωγής.