Το Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής  Ένωσης (ΕΕ) στις 15 Ιουλίου,  στην παράγραφο 2 των Συμπερασμάτων του, αφού καλωσορίζει  την πρόσκληση από την κυπριακή Κυβέρνηση προς την Τουρκία να διαπραγματευθεί, σημειώνει ότι «ο καθορισμός αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας πρέπει να τύχει διαχείρισης μέσω διαλόγου και διαπραγμάτευσης, με καλή θέληση, με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου και σύμφωνα με τις αρχές των καλών γειτονικών σχέσεων». Η σχετική πρόταση υποβλήθηκε με επιστολή του Κύπριου Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Χριστοδουλίδη στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ ημερομηνίας 13/12/2018. Όπως πρόσφατα τόνισε σε δηλώσεις του ο κ. Χριστοδουλίδης,  «μόνο μέσα από συζητήσεις και διαπραγμάτευση μπορούν να δοθούν μόνιμες λύσεις σε τέτοιου είδους διαφορές».

Με βάση τις πρόνοιες της Σύμβασης του  ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (Montego Bay, 1982), η υφαλοκρηπίδα υπάρχει αφ’ εαυτής και δεν χρειάζεται να ανακηρυχθεί. Χρειάζεται όμως να οριοθετηθεί μεταξύ όμορων κρατών και, σε περίπτωση διαφωνίας, να παραπεμφθεί με κοινό συμφωνητικό προς επίλυση στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο. Η ΑΟΖ, από την άλλη πλευρά, πρέπει να ανακηρυχθεί και,  ακολούθως,  να οριοθετηθεί από τα ενδιαφερόμενα κράτη. Ένα παράκτιο κράτος αποκτά ΑΟΖ  με μονομερή δήλωση ανακήρυξης. Και, στη συνέχεια, συνάπτει συμφωνίες οριοθέτησης με τα γειτονικά κράτη. Εάν δεν καταστεί δυνατή η συμφωνία οριοθέτησης, τότε η διαφορά τους λύνεται με παραπομπή στο  αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο. Το γεγονός ότι η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση του 1982,  δεν αποτελεί εμπόδιο για επίλυση των διαφορών της   με την Ελλάδα, είτε μετά από διαπραγμάτευση, είτε με   προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ή σε διαιτησία με αμοιβαία συμφωνία,  αλλά όχι στο Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου για το Δίκαιο της Θάλασσας, όπου μόνο τα μέλη της Σύμβασης του 1982 μπορούν να προσφύγουν. Όμως, τούτο, ενώ μπορεί  να γίνει σε σχέση με την Ελλάδα,  δεν φαίνεται πραγματοποιήσιμο σε σχέση με την Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ), αφού η Τουρκία δεν την αναγνωρίζει και τη θεωρεί εκλιπούσα (“defunct”). Ούτε αναγνωρίζει τη χαραχθείσα και διεθνώς αναγνωρισμένη ΑΟΖ της ΚΔ και δεν αποδέχεται τις συμφωνίες  που υπέγραψε αυτή  για οριοθέτηση της ΑΟΖ της με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τον Λίβανο. Ειδικότερα, θεωρεί, ως μέρος της τουρκικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας,  περιοχή  δυτικά της Κύπρου που αποτελεί μέρος της ΑΟΖ της ΚΔ, ώστε η κυπριακή ΑΟΖ να μην εφάπτεται της αντίστοιχης της Ελλάδας στο Καστελόριζο. Αναφορικά με το Αιγαίο, η Τουρκία δεν αποδέχεται ότι τυγχάνουν οι εφαρμογής οι πρόνοιες της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας.  Η Άγκυρα προβάλλει γεωλογικού τύπου επιχειρήματα, υποστηρίζοντας  ότι τα ελληνικά νησιά συνιστούν ειδικές περιστάσεις και επειδή είναι πιο κοντά στα τουρκικά παράλια δεν δικαιούνται να έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Επίσης, δεν αναγνωρίζει, όπως προαναφέρθηκε, τη διεθνώς αναγνωρισμένη ΑΟΖ της ΚΔ, αφού δεν αναγνωρίζει ούτε την ίδια.  

Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει πιθανότητα να προσέλθει η Τουρκία σε οποιοδήποτε διάλογο με την ΚΔ ή την Ελλάδα, είτε για οριοθέτηση της μεταξύ τους υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ είτε για παραπομπή της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Βρισκόμαστε ενώπιον επικίνδυνων αδιεξόδων που δημιούργησε η τουρκική επιθετικότητα. Το πρόβλημα είναι αρκετά περίπλοκο,  τόσο στην περίπτωση της κυπριακής ΑΟΖ όσο και στην περίπτωση του Αιγαίου.

Περαιτέρω, το θέμα της οριοθέτησης της Κυπριακής ΑΟΖ άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων της ΚΔ και δεν είναι δικοινοτικό,  που μπορεί να επιλυθεί με διαπραγματεύσεις των «δυο μερών». Κατά τα διεθνώς κρατούντα, ο φυσικός πλούτος μιας χώρας ανήκει στο διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος της, που είναι η ΚΔ.   Δεν εγείρεται θέμα να ανήκει σε «κοινότητες».  Δυστυχώς, δεν φαίνεται να κατανοεί τούτο ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ και οι πέριξ αυτού,  που συντάσσουν τις κατά καιρούς εκθέσεις του.  Η πρόταση Ακιντζί, με υπαγόρευση της Άγκυρας, την οποία αναμένεται να επαναλάβει στη συνάντηση της 9ης Αυγούστου,  αποβλέπει, όχι μόνο στο  να καταστήσει το θέμα του φυσικού αερίου δικοινοτικό και να βρεθεί τούτο  στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά και να προωθηθεί το σχέδιο της «ταϊβανοποίησης» των κατεχομένων. Δεν πρέπει να επαναληφθεί το λάθος που διέπραξε η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας, όταν αποφάσισε να παγώσει τις έρευνες για εξεύρεση υδρογονανθράκων στο Αιγαίο μέχρις ότου επιλυθεί το πρόβλημα της υφαλοκρηπίδας.

Το θέμα των  τουρκικών προκλήσεων είναι διεθνές και αφορά, πρώτιστα, όλα τα κράτη που εμπλέκονται, άμεσα ή έμμεσα, στην ανόρυξη, εκμετάλλευση και κατανάλωση του θαλάσσιου φυσικού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου.  Η ανακάλυψη σεβαστής ποσότητας υδρογονανθράκων στην Κυπριακή ΑΟΖ, έθεσε τη χώρα μας στο επίκεντρο της ριζικής γεωπολιτικής και ενεργειακής αναδιάταξης της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου που συντελείται. Η εμπλοκή των συμφερόντων είναι τεραστίων διαστάσεων. Σε αυτή την εμπλοκή των συμφερόντων, θέλει να πρωταγωνιστήσει και  η Τουρκία η οποία οραματίζεται το ρόλο της υπερδύναμης της περιοχής, ρόλο που έπαιζε κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρκεί ένας να διαβάσει τη σελίδα 239 του βιβλίου του τέως Τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου «Το στρατηγικό βάθος».

Δεδομένων των όσων αναφέρονται πιο πάνω, ο καθορισμός αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας, καθώς και ο   διαμοιρασμός του θαλάσσιου φυσικού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου, ως διεθνές πρόβλημα, μόνο σε μια Διεθνή Διάσκεψη μπορεί να βρει τη λύση του. Αναφέροντας Διεθνή Διάσκεψη, δεν εννοώ μια νέα Πενταμερή, αλλά μια Διάσκεψη στην οποία θα μετάσχουν όλα τα εμπλεκόμενα, άμεσα ή έμμεσα,   με τον θαλάσσιο φυσικό πλούτο της Ανατολικής Μεσογείου κράτη.  Την πρωτοβουλία για σύγκληση αυτής της Διάσκεψης θα πρέπει να αναλάβουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ που έχουν ισχυρά συμφέροντα στην περιοχή. Κυρίως, οι ΗΠΑ  που έχουν  την ισχύ να διαμορφώσουν  τον γεωπολιτικό  της χάρτη. Οι ΗΠΑ έχουν αναβαθμίσει το ενδιαφέρον τους για την Ανατολική Μεσόγειο και επιδιώκουν τη δημιουργία ενός άξονα φίλων προς αυτές χωρών, για τη σταθεροποίηση της περιοχής, προκειμένου να γίνεται ανεμπόδιστα η εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της. Κύπρος και   Ελλάδα θα πρέπει να επιδοθούν σε μια επιθετική διπλωματία, αξιοποιώντας τη γεωστρατηγική τους θέση, για τη σύγκληση μιας τέτοιας Διάσκεψης.  Στα πλαίσια αυτής της Διάσκεψης, θα πρέπει να ενεργήσουμε με μεθοδικότητα και σωφροσύνη, ώστε ο φυσικός πλούτος της χώρας μας να μην μετατραπεί από ευλογία σε κατάρα.

(Φιλελεύθερος, 28/7/2019)