Πρόσφατα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για την πρώην Γιουγκοσλαβία (Δ.Π.Δ.) δημοσιοποίησε, καθυστερημένα, την απόφασή του, που πήρε στις 24/3/2016, με την οποία ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ο πρώην Πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας, ο οποίος σύρθηκε στο δικαστήριο αυτό για να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του βοσνιακού πολέμου 1992-1995, κρίθηκε αθώος. Ήταν μια είδηση που πέρασε στα «ψιλά». Ο ίδιος δεν χάρηκε την αθώωσή του, καθώς πέθανε πριν από 10 χρόνια, στις 11/3/ 2006, κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες, στο κελί της φυλακής όπου κρατούνταν. Όταν δικαζόταν, τα διεθνή ΜΜΕ τον δαιμονοποίησαν. Παρουσιάστηκε ως «εγκληματίας πολέμου» που «προκάλεσε γενοκτονία στη Βοσνία», ως «ο χασάπης των Βαλκανίων». Αυτοί δεν είναι παρά μερικοί μόνο από τους δεκάδες χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιήθηκαν. Το Δ.Π.Δ. στην απόφασή του έκρινε ότι ο Μιλόσεβιτς δεν ευθυνόταν για την εθνοκάθαρση που έγινε στη Βοσνία, αλλά στην πραγματικότητα είχε εναντιωθεί. Πολλά είναι τα ερωτήματα που ανακύπτουν από αυτήν την περίεργη «αθωωτική» απόφαση, όπως: Γιατί η τόση μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση αυτής της απόφασης; Ποιος σκοπός - μάλλον ποια σκοπιμότητα – εξυπηρετήθηκε με την μετά θάνατο αθώωση του Μιλόσεβιτς;
Σκοπός του παρόντος άρθρου δεν είναι να δώσει απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα. Ούτε σκοπός του άρθρου είναι να παρουσιάσει, ως δικαιωμένο από την ιστορία, τον Μιλόσεβιτς. Οι ευθύνες του είναι τεράστιες. Πιθανόν, μερικές από τις λανθασμένες και καταστροφικές επιλογές του Μιλόσεβιτς να συνιστούσαν και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, με βάση τις διεθνείς συνθήκες που διέπουν το δίκαιο του πολέμου. Κυρίως, οι ευθύνες του είναι απέναντι στο έθνος του. Επί των ημερών του, το σερβικό έθνος υπέστη τον μεγαλύτερο ακρωτηριασμό της σύγχρονης ιστορίας του. Ο Μιλόσεβιτς, εμφορούμενος από ένα νοσηρό εθνικιστικό μεγαλοϊδεατισμό, οραματίστηκε τη μεγάλη Σερβία. Επέτυχε το αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα.
Όμως, η περίπτωση του Μιλόσεβιτς θέτει ένα κολοσσιαίο ερώτημα: Με βάση ποια κριτήρια προσάγεται κάποιος σε Διεθνή Δικαστήρια για εγκλήματα πολέμου; Δεν φαίνεται να υπάρχουν ενιαία και αδιαμφισβήτητα αντικειμενικά κριτήρια. Το μόνο σταθερό κριτήριο, που από αρχαιοτάτων χρόνων εφαρμόζεται, είναι η ιδιότητα του ηττημένου και του αδύνατου στο πρόσωπο του εκάστοτε κατηγορουμένου. Αυτήν την ιδιότητα είχε και ο Μιλόσεβιτς. Όταν επενέβησαν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους, τα στρατεύματά τους προέβησαν σε ανηλεείς βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας που σκότωσαν μεγάλο αριθμό αμάχων. Χρησιμοποίησαν νέα όπλα που θα επηρέαζαν το περιβάλλον για δεκαετίες. Όμως, ήταν οι νικητές και οι ισχυροί.
Η ιστορία είναι παλιά και επαναλαμβάνεται. Οι νικητές και οι δυνατοί έχουν ασυλία και δεν δικάζονται. Δικάζονται οι ηττημένοι και οι αδύνατοι. Ουαί τοις ηττημένοις και τοις αδυνάτοις! Οι Αθηναίοι, για να δικαιολογήσουν την αποικιοκρατική πολιτική τους, δήλωναν ότι ακολουθούν την ανθρώπινη φύση που τους ωθούσε να εξουσιάζουν. «Πάντα ήταν φυσικός νόμος να κυριαρχούνται οι πιο αδύνατοι από τους πιο ισχυρούς (...) Όσο μπορούν να επιβληθούν με τη βία, δεν έχουν ανάγκη να κάνουν δίκες» («Αεί καθεστώτος τον ήσσω υπό του δυνατωτέρου κατείργεσθαι (...) Βιάζεσθαι γαρ οις αν εξή, δικάζεσθαι ουδέν προσδέονται»). (Θουκιδίδου Ιστορίαι, Α, 76 και 77,2).
Η όλη οργάνωση της οικουμενικής ποινικής δικαιοσύνης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας έχει αναδειχθεί σε ένα εργαλείο τιμωρίας των ηττημένων από τους νικητές. Όταν τέλειωσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έγινε η πολύκροτη Δίκη της Νυρεμβέργης για να δικαστούν οι ηγέτες των Ναζί για τα φρικαλέα τερατουργήματα που διέπραξαν Για ένα αριθμό αδικημάτων, από αυτά που αναφέρονταν στα κατηγορητήρια, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ένοχοι και ηγέτες των νικητριών συμμαχικών δυνάμεων. Οι ηγέτες της Γερμανίας και της Ιαπωνίας κατηγορούνταν ότι είχαν προμελετήσει και εξαπολύσει «επιθετικό πόλεμο». Τι διαφορετικό, όμως, διέπραξε η Σοβιετική Ένωση το 1939, όταν μαζί με την τότε σύμμαχό της Γερμανία εισέβαλαν και διαμοίρασαν την Πολωνία; Παρομοίως, οι κατηγορίες περιλάμβαναν «τη μαζική καταστροφή ανθρώπινων ζωών, όχι μόνο στο πεδίο της μάχης... αλλά σε σπίτια, νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, σε εργοστάσια και αγρούς». Αλλά τι διαφορετικό είχαν κάνει οι νικητές στη Γερμανία και την Ιαπωνία κατά τους τελευταίους μήνες του πολέμου; Προκειμένου να συντρίψουν τη Γερμανία και τους συμμάχους της, άμαχος πληθυσμός πυρπολήθηκε και κατακάηκε. Ο σκοτωμός αμάχων ήταν μέρος του σχεδίου για να αναγκαστεί ο άμαχος πληθυσμός «να νιώσει το βάρος του πολέμου», όπως έλεγε ο Τσόρτσιλ. Είναι χαρακτηριστικές οι τραγικές περιπτώσεις του Αμβούργου και της Δρέσδης. Τα θύματα υπολογίζονται στην πρώτη περίπτωση σε 45 χιλ. και στη δεύτερη σε 35 χιλ. Αυτή η «αθωοκτονία», η σφαγή δηλαδή αθώων ανθρώπων, δεν είχε τελειώσει όταν άρχισε η Δίκη της Νυρεμβέργης, γιατί θα ακολουθούσε σύντομα η ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Από αυτή τη θηριωδία των ατομικών βομβών το κόστος σε ζωές των Ιαπώνων είχε φθάσει το τέλος του 1945 τις 140 χιλ. στη Χιροσίμα και τις 70 χιλ. στο Ναγκασάκι. (Niall Ferguson, Ο Πόλεμος στον Κόσμο, Τόμος Β, σελίδες 877, 878, 893).
Τον Ιούλιο του 1974 η Τουρκία του Ετσεβίτ , με πρόσχημα το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου από τη Χούντα των Αθηνών, εισέβαλε στην Κύπρο και διέπραξε και διαπράττει μαζικές και συνεχιζόμενες παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων και εγκλήματα πολέμου, τα οποία έχουν διαπιστωθεί από αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όμως, κανένας δεν δικάστηκε για τα εγκλήματα αυτά.
Ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν μια τεραστίων διαστάσεων ανήθικη πράξη με κύριους υπευθύνους τον τότε αμερικανό πρόεδρο Μπους και τον τότε βρετανό πρωθυπουργό Μπλερ. Απέβλεπε, αποκλειστικά, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εισβολέων για τον ορυκτό πλούτο της περιοχής. Όμως, κανένας δεν έχει πληρώσει για το θάνατο τόσων αμάχων από τους ανελέητους βομβαρδισμούς των ΗΠΑ στο Ιράκ. Κανένας δεν έχει πληρώσει για το θάνατο πεντακοσίων χιλιάδων και πλέον παιδιών στο Ιράκ, λόγω των «κυρώσεων» που επιβλήθηκαν από τους ισχυρούς νικητές.
Συμπέρασμα: Εγκλήματα πολέμου διαπράττονται και από τους νικητές. Αλλά, οι νικητές δεν δικάζονται!. Έτσι, έχουν αποσιωπηθεί αυτά που διέπραξαν οι Τσόρτσιλ, Στάλιν, Τρούμαν, Ετσεβίτ, Μπους και Μπλερ.
(Φιλελεύθερος, 2.10.2016)